Το 1837 έθαψαν ζωντανό τoν Sadhu Haridas στην αυλή του μαχαραγιά της ινδικής πολιτείας Πουντζάμπ, Ranjit Singh.
Ο άνδρας λέγεται πως κατάφερε να επιβιώσει κάτω από το χώμα, χωρίς νερό και φαγητό για 40 μέρες.
Ο Haridas ξάπλωσε σε ένα μεγάλο ξύλινο φέρετρο και σκεπάστηκε με ένα χοντρό ύφασμα. Το φέρετρο σφραγίστηκε και θάφτηκε. Ειδική φρουρά είχε διοριστεί από τον Μαχαραγιά για να επιβλέπει την κατάσταση.
Σαράντα μέρες αργότερα, τον έβγαλαν στην επιφάνεια. Τον έπλυναν με ζεστό νερό και του έκαναν μασάζ. Σύντομα, το σώμα του επανήλθε.
Παρόλο που δεν μπορεί να αποδειχθεί επιστημονικά πώς κατάφερε να επιβιώσει, ο λαός της Ινδίας θεωρεί ότι το περιστατικό είναι αληθινό. Η δύναμη του μυαλού του και ενέργεια κουνταλίνι που οι διαλογιστές πιστεύουν ότι βρίσκεται ανενεργή σε κάθε σώμα, τον βοήθησαν να κάνει το ακατόρθωτο.
-Έχεις κάποια φοβία;
-Ναι, φοβάμαι τους κλειστούς χώρους να μην μπορώ να εξέλθω
Στο φως
Είναι η μεγάλη μου αδυναμία.
Χάριντας
Θα με θάψουν ζωντανό
σου είπα, και άρχισες να κλαις
Μα θα ξαναέρθω να σε βρω.
Γιατί να περάσω 40 μέρες σε ένα μέρος κλειστό και σκοτεινό;
Γιατί θέλω να πάω στον Άδη και να γυρίσω πίσω
-Σου λείπει κάτι;
-μου λείπουν εκείνοι που έφυγαν, επίσκεψη θα κάνω στον βυθό.
«Και ο Οδυσσέας πήγε στα πιο σκοτεινά νερά και πέρασε στη Νέκυια. Τότε είδε το πρόσωπο της μητέρας του της Αντίκλειας και εκείνη ήταν σα σκιά...
-Τι όμορφη που είσαι μαμά!
Έλα πάνω
Να είσαι ζωντανή
Έχω κόλπα των θεών μαγικά και ξέρω τι να κάνω.
Να ζήσεις ξανά.
Κι εκείνη μόνο ένευσε και γύρισε το βλέμμα στα βαθιά
Δεν έγινε,
δε γίνονται αυτά»
Το ύφασμα πάνω στο χώμα έστεκε άκαμπτο χοντρό
Όσο ήμουν σε λήθαργο, ένα ένδοξο πτώμα
Έλεγα λίγο ακόμα να αντέξω
και θα ‘βγω στον αφρό.
Η Αγαπημένη που περιμένει
Γιατί περίμενε η Πηνελόπη και ξήλωνε τις κλωστές;
Θέλουμε να έχουμε το τώρα σαν να ήταν χθες
Είναι η πίστη,
ο έρωτας ή οι άνωθεν εντολές
Εγώ εντολή δεν έλαβα.
Απλώς πίστευα ότι με θες.
«Κάθισα στην ακρούλα μου
και κένταγα μια μπέρτα
Όταν θα βγεις με το καλό
Ζεστή για σε κουβέρτα.
Έχει κλωστούλες πορφυρές
Έχει και χρυσαφένιες
άμα θα πάψω να μετρώ
να εξατμιστούν οι έγνοιες.
Θα βγεις από τα χώματα
Θα βγεις από τον ύπνο
Θα μας καλέσει ο μαχαραγιάς
Στου παλατιού τον κήπο
Τα μάτια σου θα ναι ανοιχτά
Και δεν θα θέλουν ύπνο»