Ο 110 ετών καθρέφτης λέγεται πως είναι στοιχειωμένος από τον Έντουαρντ Τζον Σμιθ, καπετάνιο του Τιτανικού, ο οποίος τον άφησε στο σπίτι του επάνω σε ένα έπιπλο, πριν φύγει για το παρθενικό ταξίδι του υπερωκεανίου και τελευταίο της ζωής του.
Η καμαριέρα του καπετάνιου, Εθελγουάιν, μετά το χαμό του αφεντικού της και προτού φύγει για την επόμενη εργασία της, πήρε μαζί της τον καθρέφτη. Όμως, όπως θα παραδεχόταν αργότερα στους συγγενείς της, μπορούσε να νιώσει την παρουσία του καπετάνιου και πολλές φορές έβλεπε το πρόσωπό του μέσα στον καθρέφτη κάθε χρόνο στην επέτειο του θανάτου του.
Από τότε, ο στοιχειωμένος καθρέφτης πέρασε από γενιά σε γενιά στους συγγενείς της Εθελγουάιν, μέχρι να βρεθεί στα χέρια του τωρινού του ιδιοκτήτη, Ντέιβιντ Σμιθ, που τον κράταγε 5 χρόνια στο χρηματοκιβώτιό του.
-Καθρέφτη μου
θέλω μόνο αλήθειες να μου λες
-θα σου λέω ιστορίες
τα βράδια να μη κλαις
Εθελγουάιν
Μα ήθελα να με στοιχειώσεις
Στο είχα πει πριν φύγεις
-Θα γυρίσω γρήγορα και θα σου φέρω ένα ζεστό σάλι από την Νέα Υόρκη
Έμεινες στα κρύα νερά
Και ήταν μαύρο σκοτάδι
Πάγωσες και δεν είχες ένα τελευταίο χάδι
Εγώ είχα μόνο τον καθρέφτη σου
Δεν έσπασε
δεν είχα 7 χρόνια γρουσουζιά
Αλλά μου έλειπες για πάντα
Όπου πήγαινα ήσουν μαζί μου
Και ο καθρέφτης σου άθικτος
ούτε μια γρατζουνιά
«καθρέφτη μου
μη μου μιλάς
Τα βράδια σαν κοιμάμαι
Μόνο να βγαίνει ο Έντουαρντ
Με το παλτό του το βαρύ
Όπως θα τον θυμάμαι
Να με κοιτά με δάκρυα
Να με κοιτά με γλύκα
Και μου λέει κορίτσι μου
Το σάλι σου το βρήκα»
Έντουαρντ
Πόσες θάλασσες κολύμπησα στα σκοτεινά
Το γυαλί με περιέχει,
σε σένα με γυρνά.
Πάντα ήμασταν ζευγάρι κρυφό
Τώρα με κουβαλάς μαζί σου
Και τα βράδια
στο σώμα μου προσπαθώ να ξαναμπώ.
Δεν το έχω πετύχει ακόμα
Μα γλυκιά μου Έθελ δε θέλω να ανησυχείς
Κάποια στιγμή
Θα το καταφέρω
Και θα είμαι πάλι εδώ.