-Με εμπιστεύεσαι Ραχήλ;
-Ναι.
-Τότε ας παίξουμε ένα παιχνίδι.
Θα πέσεις πίσω ελεύθερα,
ρισκάροντας
να σε πιάσω ή όχι.
"Το παιχνίδι το έπαιζα μικρή,
θυμάμαι ανέβαινα στο πιο ψηλό σημείο και έλεγα:
-πιάσε με
αν μπορείς!
ήμουν ελαφριά
σα φτερό
έπεφτα
χωρίς να ακουστώ"
-'Εχετε ακόμα ακροφοβία;
τον ρώτησε ο Κάρλ ανεβαίνοντας τη σιδερένια σκάλα
για να πάνε στην ταράτσα.
-Την ξεχνάω, γιατρέ
είπε ο Γουάιλντ που κρατούσε το σίδερο
σαν το χέρι της μαμάς του την πρώτη
μέρα στο σχολείο.
Ανασαίνω με ρυθμό
-Η αναπνοή είναι έξοχος τρόπος
ήθελα να σας πω.
Κουνούσε την καρέκλα μπρος πίσω
να βρει ένα σημείο
να σταθεί για λίγο.
Άμα κρατήσω την αναπνοή δεν θα πέσω
είπε η Ραχήλ
Μα έπεσε
-Δεν λειτουργεί πάντα...
Οταν σηκώθηκε μουρμούρισε:
- Νόμιζα
ότι θα με πιάσει
-Ποιός; είπε η νοσοκόμα που την σήκωσε
-Δεν είναι εδώ
"Πέρασε νύχτες πολλές που έπεφτε
και ξυπνούσε
σε νερό σκοτεινό
σε χώμα από τη βροχή
υγρό
μία φορά μόνο
έπεσε πάνω του,
εκείνος
δεν μπόρεσε να τη σηκώσει
Μετά έπεσε το αεροπλάνο"
Όταν έφτασαν στην ταράτσα ο Γουάιλντ και ο Καρλ
κοίταξαν την πόλη στα πόδια τους
-Έφυγε η ομίχλη
Ο Γουάιλντ πλησίασε στην άκρη
-Γιατί το κάνετε αυτό; ψέλλισε ο Κάρλ
μπορεί να πέσετε..
-Μπορεί και όχι, είπε ο Γουάιλντ
Ξαφνικά ένα περιστέρι
πέταξε ξυστά πάνω απ' το κεφάλι του.
Ταλαντεύτηκε στα άκρα και πήγε πιο μέσα
την τελευταία στιγμή.
-Εδώ είμαι,
είπε και
παρατήρησε ένα φτερό που είχε
ξεμείνει στον ώμο του
από μια πτήση
μακρινή.