Κεντρικές έννοιες του " 'Οταν (ξ)έχασα " είναι η απώλεια και η ανακάλυψη.
Μία γυναίκα, η Ραχήλ, ξυπνά σε δωμάτιο κλινικής και δεν θυμάται. Ο γιατρός της ονομάζεται Γουάιλντ. Αρχίζει ένα μεταξύ τους κυνήγι μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας.
Είναι το κυνήγι της αφήγησης, η πρώτη και η τελευταία ιστορία. Οι χαρακτήρες μου για να συνεχίσουν πρέπει να ανασαίνουν την πλοκή.
Η ιστορία συνεχίζεται σπονδυλωτά, συνοδευόμενη από παλιές φωτογραφίες που έψαξα και βρήκα στα οικογενειακά αρχεία δικά μου και φίλων. Η φωτογραφία εδώ αποθεώνεται σαν παρελθόν που συγκινεί. Οι άνθρωποι στις φωτογραφίες δεν είναι άγνωστοι αλλά όχι και πάντα γνωστοί.
Έτσι ξετυλίγεται η ιστορία της Ραχήλ με αναφορές ονειρικές, γεμάτη αρχέτυπα και μαγεία.
Μία λυρική ψυχανάλυση.
Λίγο σαν γαλλική ταινία.
Η Κλινική
Μετά το ατύχημα βρέθηκε σ' ένα λευκό δωμάτιο.
Πιο καλό για το φως,
σκέφτηκε
Είχε χτυπήσει στο κεφάλι
και δεν θυμόταν τίποτα.
"αυτή είναι η αρχή του κόσμου
λοιπόν"
'Aρπαξε ένα καθρέφτη με χερούλι
και κοίταξε το πρόσωπό της.
-Αν είμαι καινούργια πώς έχω γκρίζες τούφες;
Μπήκε ο γιατρός
-Με λένε Γουάιλντ συστήθηκε.
-Εμένα δεν θυμάμαι...
-Βρείτε το όνομα που θέλετε
-Να με λένε Ραχήλ τότε
-Οπως το πρόβατο στα εβραΪκά βεβαίως
θέλετε να σας πω μια ιστορία;
Κούνησε το κεφάλι καταφατικά.
"και έφυγαν οι μέρες
ο γιατρός κάθε βράδυ περνούσε να της πει
τη συνέχεια.
Το τελευταίο ήρθε ντυμένος επίσημα"
-Ήρθα να σας χαιρετήσω
-Aν φύγεις θα σε θυμάμαι μετά;
" τότε ο γιατρός σκέφτηκε ότι εκείνος θυμόταν τα πάντα
κι έλεγε ιστορίες επειδή δεν μπορούσε να ξεχάσει"