Το iFocus διοργανώνει τη Δευτέρα 10 Μαρτίου 2025, στις 19.00, διαδικτυακή διάλεξη με τον Χρήστο Κοψαχείλη με θέμα:
Τέσσερις γυναίκες επαγγελματίες φωτογράφοι, η ζωή και το έργο τους
Lora Webb Nichols (1883-1962) - Letizia Battaglia (1935-2022) - Sylvia Plachy (1943-) - Brigitte Grignet (1968-)
Η Lora Webb Nichols ήταν 16 χρονών το 1899, όταν ο τριαντάχρονος Bert Oldman, ο οποίος την φλέρταρε, της χάρισε για τα γενέθλιά της την πρώτη της φωτογραφική μηχανή. Ο πατέρας της, της απαγόρευσε να τη χρησιμοποιήσει, τουλάχιστον μέχρι που το ζευγάρι παντρεύτηκε ένα χρόνο αργότερα. Μετά από δέκα χρόνια και αφού είχε αποκτήσει δυο παιδιά μαζί του, η Lora έδιωξε τον Bert από το σπίτι, επειδή δεν την βοηθούσε καθόλου στις δουλειές του σπιτιού και στην ανατροφή των παιδιών. Για να ανταπεξέλθει οικονομικά άρχισε να εργάζεται ως επαγγελματίας φωτογράφος κάνοντας οικογενειακά πορτρέτα, εμφανίζοντας και εκτυπώνοντας σε έναν σκοτεινό θάλαμο που έφτιαξε στο σπίτι της. Αργότερα άνοιξε το Rocky Mountain Studio, αλλά παράλληλα διατηρούσε κι ένα κιόσκι που πουλούσε αναψυκτικά και παγωτά, ενώ εξέδιδε και μια τοπική εφημερίδα. Μια άλλη καινοτομία της ήταν ότι δάνειζε μια φωτογραφική μηχανή στους καουμπόηδες που περνούσαν από την πόλη της και τους ζητούσε να την επιστρέψουν στο γυρισμό. Αυτές οι εικόνες των γελαδάρηδων αντιπροσωπεύουν περίπου το ένα τρίτο του αρχείου των 24.000 αρνητικών που άφησε όταν πέθανε το 1962, σε ηλικία 79 ετών.
Η Letizia Battaglia έχει μείνει στην ιστορία ως «η Σικελή φωτογράφος που πολέμησε στη Μαφία». Σε ηλικία 14 ετών ο πατέρας της την έκλεισε σε οικοτροφείο, επειδή ενδιαφέρθηκε για ένα αγόρι. Αντιδρώντας στην αυστηρή ανατροφή της, παντρεύτηκε έναν πλούσιο ηλικιωμένο άνδρα, στα 16 της. Πίστευε πως θα της επέτρεπε να σπουδάσει και να γίνει συγγραφέας, όπως ονειρευόταν, αλλά αυτός είχε εντελώς παραδοσιακές απόψεις και την ήθελε κλεισμένη στο σπίτι. Ο γάμος κράτησε πάνω από 20 χρόνια, στη διάρκεια του οποίου απέκτησε τρία κορίτσια, τα οποία πήρε μαζί της, μετά το διαζύγιο. Ήταν ήδη σαράντα ετών όταν έπιασε στα χέρια της μια φωτογραφική μηχανή πιστεύοντας ότι θα μπορούσε να πουλήσει καλύτερα τα άρθρα της εάν συνοδευόταν από φωτογραφίες. Στη συνέχεια όμως η φωτογραφία εξελίχθηκε σε πάθος για τη Battaglia. Οδηγώντας μια Vespa τριγύριζε στα δρομάκια του Παλέρμο, μέρα και νύχτα. Ήταν πάντα η πρώτη που έφτανε στη σκηνή του εγκλήματος, συχνά ακόμη και πριν από την αστυνομία και τους συγγενείς.
Η Sylvia Plachy ήταν 13 ετών όταν ξέσπασε στην Ουγγαρία μια αυθόρμητη επανάσταση εναντίον της φιλοσταλινικής κυβέρνησης. Η εξέγερση καταστάλθηκε άγρια από τον Σοβιετικό Στρατό, με αποτέλεσμα πολλοί άνθρωποι να χάσουν τη ζωή τους και ακόμη περισσότεροι να βρεθούν σε δυσμένεια. Ένα μήνα μετά την καταστολή της εξέγερσης, οι γονείς της αποφάσισαν να περάσουν λαθραία τα σύνορα. Της το ανακοίνωσαν μόλις μια μέρα πριν την αναχώρηση, αλλά της είπαν να το κρατήσει μυστικό. Η Sylvia είχε μια μέρα να πει σιωπηλά αντίο στη γενέθλια χώρα της και στη παιδική της ηλικία. Διαφεύγοντας στην Αυστρία, η μικρή δυσκολευόταν να συνεννοηθεί και να κάνει παρέες στο σχολείο, επειδή δεν γνώριζε Γερμανικά. Ο πατέρας της, τής χάρισε μια Agfa, αγορασμένη από το ενεχυροδανειστήριο, προκειμένου να έχει κάτι να ασχολείται. Η φωτογραφική μηχανή έγινε για τη μικρή Sylvia η πανοπλία που χρειαζόταν για να θωρακίσει τη δειλία και την αμηχανία της λόγω του γεγονότος ότι δεν μιλούσε τη γλώσσα. Όταν τελικά η οικογένειά της μετανάστευσε οριστικά στη Νέα Υόρκη έτυχε να γνωρίσει τον -επίσης εμιγκρέ συμπατριώτη της- André Kertész, ο οποίος ήταν 50 χρόνια μεγαλύτερός της, την αποκαλούσε χαϊδευτικά “Μυξιάρικο”, της μετέδωσε την αγάπη του για τη φωτογραφία και έγινε ο μέντοράς της. Από το 1974 και για τριάντα χρόνια η Plachy δημοσίευε κάθε βδομάδα μία ασπρόμαυρη φωτογραφία της, συνήθως χωρίς κανένα δημοσιογραφικό ενδιαφέρον, χωρίς λεζάντες, χωρίς σχέση με τα νέα της εβδομάδας, ακριβώς πάνω από τα περιεχόμενα της εναλλακτικής εφημερίδας Village Voice.
Η Brigitte Grignet γεννήθηκε στη Λιέγη το 1968 και σπούδασε διοίκηση των επιχειρήσεων, αποκτώντας MBA από το Πανεπιστήμιο των Βρυξελλών. Στη συνέχεια δούλεψε για λίγο πάνω στο κλάδο της, αλλά δεν ήταν ευχαριστημένη. Ακολουθώντας τον σύντροφό της βρέθηκε, το 1996, στη Νέα Υόρκη και ερωτεύτηκε τη ζωντάνια της πόλης. Όταν άρχισε να φωτογραφίζει για πρώτη φορά το κίνητρό της ήταν να δημιουργήσει ένα ημερολόγιο εικόνων, έτσι ώστε να διατηρηθούν όλες αυτές οι στιγμές και οι αναμνήσεις της. Για να βελτιώσει τις ικανότητές της παρακολούθησε μαθήματα φωτογραφίας, αρχικά με την Joan Liftin και στη συνέχεια απέκτησε πιστοποίηση σπουδών από το International Center of Photography (ICP) και αυτό άλλαξε τη ζωή της. Συνεργάστηκε για δέκα χρόνια με τη Mary Ellen Mark, η οποία της έμαθε ότι «δεν υπάρχει τίποτα πιο εξαιρετικό από τη συνηθισμένη ζωή». Αντίθετα από την επικρατούσα αντίληψη της εννοιολογικής φωτογραφίας, η Grignet εργάζεται με τον παραδοσιακό τρόπο φωτογραφικής προσέγγισης μένοντας για μεγάλα διαστήματα στα μέρη και κοντά στους ανθρώπους που την ενδιαφέρουν, επανερχόμενη ξανά και ξανά κατά διαστήματα. Η προσέγγισή της είναι άμεση και τρυφερή, πολύ ευαίσθητη, αλλά, πάνω από όλα, μας φανερώνει μια διεισδυτική ματιά και μια ποιότητα, που είναι απόλυτα αναγνωρίσιμη και που αποτελεί την υπογραφή της, γνώρισμα των σπουδαιότερων εκπροσώπων της φωτογραφίας.
Info
Online Παρακολούθηση
Διάρκεια: 3 ωρών (19.00 - 22:00)
Κόστος: 15 Ευρώ η διάλεξη
Δηλώσεις συμμετοχής Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε., 6942879879
*Οι επόμενες διαλέξεις έχουν προγραμματιστεί για τις ακόλουθες ημερομηνίες
Δευτέρα 7 Απριλίου 2025
Δευτέρα 5 Μαΐου 2025
Δευτέρα 2 Ιουνίου 2025