Το iFocus διοργανώνει τη Δευτέρα 13 Μαίου 2024, στις 19.00, διαδικτυακή διάλεξη με τον Χρήστο Κοψαχείλη στην οποία θα παρουσιάσει τους φωτογράφους: Craigie Horsfield, Keiichi Tahara, Sally Mann, Ralph Eugene Meatyard.
"Η πορεία της καλλιτεχνικής φωτογραφίας μέσα από την ανάγνωση του έργου σημαντικών εκπροσώπων της".
Τα εξωραϊσμένα τοπία του Ansel Adams ήταν τα πρώτα φωτογραφικά έργα που προβλήθηκαν ως καλλιτεχνικά προϊόντα στις αίθουσες των μουσείων και των πρωτοκλασάτων γκαλερί, που μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ΄40 θεωρούσαν τη φωτογραφία ανάξια έκθεσης, πλάι στους πίνακες ζωγραφικής και τα λοιπά έργα Τέχνης. Η άψογη τεχνική του Adams σήμανε την έναρξη της «πολυτιμοποίησης» της φωτογραφίας.
Στη συνέχεια τα γεγονότα κλέβουν την παράσταση. Η μεγάλη έκθεση «Η Οικογένεια του Ανθρώπου» (The Family of Man), που επιμελήθηκε ο Edward Steichen το 1955, μολονότι διέδωσε διεθνώς τη φωτογραφία μέσω της παγκόσμιας περιφοράς της, σφραγίστηκε από μια έντονα συναισθηματική φωτοδημοσιογραφική αντίληψη περιορίζοντας τη φωτογραφία σε επιφανειακές θεματικές ενότητες.
Λίγα χρόνια μετά η «φωτογραφία δρόμου» έστρεψε την προσοχή από τα γεγονότα στη μορφή. Η κατασκευή απορροφούσε την περιγραφή. Κι όλοι έψαχναν – και ψάχνουν ακόμη – να βρουν τους πρωτοπόρους του είδους, αποδίδοντας αυτή τη «τιμή» ακόμη και σε φωτογράφους που δραστηριοποιήθηκαν πολύ πριν ακόμη εφευρεθεί ο όρος και καθοριστεί αυτή η τάση. Λες και έχει σημασία…
Στη δεκαετία του ΄70 ο καθρέφτης πήρε το πάνω χέρι από παράθυρο. Η ψυχαναλυτική εσωστρέφεια έγινε το προσφιλές περιεχόμενο. Πολλοί φωτογράφοι στήριξαν τη φήμη τους περισσότερο στο γεγονός ότι εξέθεσαν τη ζωή -τη δική τους, της οικογένειάς και των φίλων τους - σε κοινή θέα, παρά στη φωτογραφική τους πρόταση.
Μέχρι και τη δεκαετία του ΄80, όσοι ήθελαν να βιοποριστούν από τη φωτογραφία είχαν δυο επιλογές: ή να κάνουν φωτογραφίες «χρήσιμες», για τις οποίες θα μπορούσαν να ζητήσουν μια μικρή ή μεγάλη αμοιβή, δλδ, φωτογραφίες που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, στη διαφήμιση, στη μόδα, στην αποτύπωση κοινωνικών εκδηλώσεων, στη δημιουργία καταλόγων κλπ, ή να διδάξουν φωτογραφία στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, που άρχισαν να την εντάσσουν στα καλλιτεχνικά τους τμήματα και σε διάφορες λέσχες που συνεχώς δημιουργούντο. Ήταν πάντως δεδομένο ότι οι φωτογράφοι δεν μπορούσαν να ζήσουν αποκλειστικά από την καλλιτεχνική τους δουλειά, με όποιο κριτήριο κι αν αυτή οριζόταν.
Κάπου τότε λοιπόν, στη δεκαετία του ΄80, άρχισε να διαμορφώνεται μια νέα κατηγορία, «αμιγώς καλλιτεχνική», που διαχώρισε τη θέση της από εκείνη των λοιπών καλλιτεχνών-μαστόρων της εφαρμοσμένης φωτογραφίας. Αυτή η κατηγορία γεννήθηκε, αναπτύχθηκε, προβλήθηκε και οριοθετήθηκε μέσω των γκαλερί, χωρίς τις οποίες πιθανότατα δεν θα είχε λόγο ύπαρξης. Το κατ’ εξοχήν χαρακτηριστικό των φωτογραφιών που δημιουργήθηκαν σ’ αυτό το περιβάλλον είναι ότι θεωρούνται προϊόντα (όχι απαραίτητα πνευματικά, αλλά οπωσδήποτε καταναλωτικά), που πρέπει να πωληθούν και μάλιστα, όπως αποδείχτηκε, σε τιμές δυσανάλογα υψηλές, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η φωτογραφία από τη φύση της μπορεί να αναπαραχθεί σε άπειρα αντίτυπα. Για να εξουδετερωθεί αυτή η «αδυναμία» της φωτογραφίας, οι δημιουργοί, συνεπικουρούμενοι από τους γκαλερίστες, οδηγήθηκαν σε τεχνάσματα έξω από τη φύση της φωτογραφίας, όπως: επιχρωματισμοί ή αλλοιώσεις της επιφάνειας, κολάζ ή/και καταστροφή του αρνητικού με σκοπό την μοναδικότητα του αντιτύπου. Σε κάθε περίπτωση όμως τα μεγέθη των εκτυπώσεων αυξήθηκαν εντυπωσιακά και συνοδεύτηκαν με περιορισμένο τιράζ, όπου δεν μπορούσε να εξασφαλιστεί η λογική του μοναδικού αντιγράφου. Αυτές οι φωτογραφίες-προϊόντα απευθύνονταν κυρίως σ’ ένα νέο κοινό μικρομεσαίων επενδυτών, που δεν μπορούσε να αγοράσει έργα ζωγραφικής λόγω των εξωφρενικών τιμών στις οποίες αυτά έχουν εκτιναχθεί. Καθώς αυτό το κοινό - συνήθως νεόπλουτοι και νεοφερμένοι στον κόσμο της Τέχνης - έχει μικρή έως καθόλου σχέση με τη φωτογραφία, έπρεπε και το περιεχόμενο των φωτογραφιών να είναι εύληπτο και αμέσως κατανοητό. Σ’ αυτό βοηθούσαν και οι επιμελητές με τα μακροσκελή κείμενα που συνόδευαν τα δελτία τύπου και τους καταλόγους των εκθέσεων.
Συνέπεια των παραπάνω ήταν, σταδιακά, η επικρατούσα καλλιτεχνική φωτογραφία να υιοθετήσει τα χαρακτηριστικά της «ενοιολογικής» Τέχνης και να περιοριστεί στην απλή εικονογράφηση μιας ιδέας ή μιας έννοιας και μάλιστα με τόσο περιοριστικό τρόπο που δεν αφήνει στον θεατή καμιά δυνατότητα να επικοινωνήσει με το έργο με κανέναν άλλο τρόπο, παρά μόνο με αυτόν που υποδεικνύει ο καλλιτέχνης με την «δήλωση» (statement) που οπωσδήποτε συνοδεύει το έργο.
Αφού λοιπόν δημιουργήθηκε το «επάγγελμα» του καλλιτέχνη φωτογράφου είναι φυσικό τα έργα που παράγονται να ακολουθούν τους κανόνες της αγοράς, όπως άλλωστε κάνουν και όλοι οι άλλοι επαγγελματίες, κάθε είδους πνευματικού ή χειρονακτικού. Τούτων δοθέντων, κρατάω τις επιφυλάξεις μου για τους πιο προβεβλημένους φωτογράφους των ημερών μας, στρέφοντας το ενδιαφέρον και επαφίοντας τις ελπίδες μου στους «ερασιτέχνες» και σε όσους μπορούν να μη συνδέουν τον βιοπορισμό με την Τέχνη τους. Έτσι λοιπόν τη Δευτέρα 13 Μαΐου θα συζητήσουμε για το έργο των Craigie Horsfield, Keiichi Tahara, Sally Mann, αλλά και του «ερασιτέχνη» Ralph Eugene Meatyard.
Info
Online Παρακολούθηση
Διάρκεια: 3 ωρών (19.00 - 22:00)
Κόστος: 15 Ευρώ η διάλεξη
Δηλώσεις συμμετοχής Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε., 6942879879