Συχνά οι όροι συναίσθημα, αίσθημα, θυμικό και διάθεση εναλλάσσονται ή χρησιμοποιούνταιως ταυτόσημοι,χάνονταςέτσι το ιδιαίτερο νόημα τους. Εκείνο που διαφοροποιεί τη διάθεσηείναι πως αποτελεί μια γενικευμένη και διάχυτη θυμική κατάσταση, που διαρκεί περισσότεροαπό το συναίσθημακαι έχει μικρότερη ένταση από αυτό. «Η διάθεση ενυπάρχει στο συναίσθημα και το χρωματίζει, αλλά σε αντίθεση με αυτό που αποτελεί συγκεκριμένη αντίδραση, η διάθεση είναι πιο γενική και δεν προέρχεται κατά ανάγκη από ένα συγκεκριμένο συναίσθημα». Τοσυναίσθημα αναφέρεται «σε ένα αίσθημα και στις συγκεκριμένες σκέψεις που προκαλεί, στις ψυχολογικέςκαι βιολογικές καταστάσεις που το συνοδεύουν και στο σύνολο των τάσεων προς δράση».
Οι άνθρωποι που καταφέρνουν να συντονίζονται στη φωνή της δικής τους καρδιάς, τη γλώσσα του συναισθήματος, είναι σίγουρα ικανοί στην άρθρωση των μηνυμάτων της και αυτός ο εσωτερικός συντονισμός τους προσφέρει τη δυνατότητα να δίνουν φωνή στα σύμβολα που κωδικοποιούν τις βαθύτερες επιθυμίες τους.
Σύμφωνα με τον Daniel Goleman «πατέρα της συναισθηματικής νοημοσύνης», κατά τη διάρκεια της συμβουλευτικής ή ψυχοθεραπευτικής διαδικασίας η συναισθηματική εμπλοκή του ενδιαφερόμενου είναι αναπόφευκτη και μπορεί να είναι θεραπευτική τουλάχιστον με δυο τρόπους: α) την έκφραση του συναισθήματος και β) τη βιωματική διεργασία.
Η έκφραση του ισχυρού συναισθήματος αναφέρεται στην εκδήλωση και διατύπωση του συναισθήματος κατά τη διάρκεια της συνεδρίας και μπορεί να περιλαμβάνει διάφορες εκφράσεις (π.χ. ισχυρό κλάμα, δυνατό γέλιο αλλά και περιγραφή περιστατικών και βιωμάτων με ιδιαιτέρα εκφραστικό λόγο, παρομοιώσεις, μεταφορές, αναλογίες κ.λπ.). Πρόκειται για μια εξωστρεφή δραστηριότητα, το άτομο αντιδρά κυρίως θυμικά: βρίσκεται σε άμεση επαφή με κάτι που αισθάνεται «εδώ και τώρα» και το εκφράζει όπως το νιώθει, χωρίς να το υποβάλει σε ιδιαίτερη γνωστική επεξεργασία. Σύμφωνα με τους Μπούρτη και Σταλίκα, η αξία της έκφρασης ισχυρού συναισθήματος, κατά τη ψυχοθεραπευτική διαδικασία, είναι η καθαρτική του δράση. Ο Kopytin επιβεβαιώνει την καθαρτική, επικοινωνιακή και προστατευτική λειτουργία που προσφέρει η φωτογραφία και που βοηθά τον ενδιαφερόμενο να εκφράσει τα συναισθήματα και τις ιδέες του, ενώ να διατηρεί παράλληλα μια κάποια απόσταση από τις τραυματικές εμπειρίες.
Όπως μας πληροφορεί η Δεληκανάκη κάποια συναισθήματα προέρχονται από προσμίξεις συναισθημάτων και είναι δύσκολο επιστημονικά να καταλήξει κάνεις σε αυστηρή ταξινόμηση.
Ο θεραπευόμενος έχει την ευκαιρία να φέρει στην επιφάνεια και να βιώσει συναισθήματα που για οποιοδήποτε λόγο είχε απωθήσει, καταπιέσει, αγνοήσει, μεταλλάξει. Η έκφραση του συναισθήματος οδηγεί στην αποφόρτισή τους, συνεπώς η ενέργεια που θα κατασπαταλιόταν για τη συγκράτησή τους απελευθερώνεται και οι έμμεσες παρενέργειές τους στη συμπεριφορά του ατόμου εξαφανίζονται. Η απελευθέρωση της ενέργειας, λειτουργεί δηλαδή ως εκφόρτιση.
Δεν έχουν όλα τα άτομα τη ίδια συναισθηματική αντίδραση σε ένα γεγονός αλλά η αντίδραση αυτή επηρεάζεται από την αντίληψη τους. Φαίνεται πως είναι ευκολότερο για κάποιον να μιλήσει για τον εαυτό του και τα συναισθήματα του με αφορμή μια φωτογραφία, η οποία μπορεί να λειτουργήσει βοηθητικά στην διεύρυνση της οπτικής αντίληψης (awareness) του και να αποτελέσει σκαλί για την αυτογνωσία του. Ταυτόχρονα, η αντίληψη επηρεάζεται από τις προηγούμενες συναισθηματικές εμπειρίες της ίδιας κατάστασης. Έτσι συναίσθημα και αντίληψη αλληλοεπηρεάζονται μέσα στο εκάστοτε κοινωνικό περιβάλλον.
Η βιωματική διεργασία είναι περισσότερο εσωστρεφής, αφού απαιτεί από τον ενδιαφερόμενο πρώτα να επικεντρώσει την προσοχή του στο πως νιώθει, αισθάνεται και κατόπιν να αναγνωρίσει τη σωματική έκφραση του συναισθήματος (π.χ. σφίξιμο στο στομάχι), να το κατονομάσει (π.χ. φόβος, θυμός) και τέλος να προσπαθήσει να κατανοήσει το λόγο για τον οποίο αισθάνεται έτσι και αντίστοιχα να δώσει στο συναίσθημα του το ορθό νόημα. Η έκφραση αυτή είναι περισσότερο περιγραφική και εμπεριέχει στοιχεία γνωστικής διεργασίας.
Η σημασία της κάθε φωτογραφίας αρχικά δημιουργείται από τον ίδιο τον θεατή κατά την διάρκεια της διαδικασίας της κατανόησης της παρατηρώντας την. Όπως μας υπενθυμίζει η Weiser, η φωτογραφία έχει μια ξεχωριστή ιδιότητα ˙ είναι ρεαλιστική και εικονική εικόνα ταυτόχρονα. Ο θεατής έχει τη δυνατότητα να βλέπει μια σκηνή που αναπαριστάται σαν να ήταν παρών.
Παίρνοντας κομμάτια από μια φωτογραφική εικόνα, ο ενδιαφερόμενος φτιάχνει μια νέα ιστορία. Με την αναμνηστική φωτογραφία είναι σαν να ξαναγυρίζει πίσω τη ροή της ζωής και ταυτόχρονα να βιώνει εκ νέου τα συναισθήματα που παρελθόντος στα οποία δίνεται η δυνατότητα μιας νέας ανάγνωσης. Παράλληλα ανοίγει ο δρόμος για την ανάδυση νέων συναισθημάτων˙ και λίγη σημασία έχει αν συνδέονται ή ταυτίζονται με τα παρελθόντα. Άλλωστε όπως μας πληροφορεί ο ψυχολόγος Γιώργος Πιντέρης (2003,) δεν είναι καθόλου σπάνιο να έχουμε αλληλοσυγκρουόμενα συναισθήματα, αφού έχουμε συναισθήματα που πηγάζουν από τον τρόπο που λειτουργεί η λογική μας και συναισθήματα που προέρχονται από συναισθηματικές μνήμες.
Για τον Yalom:
“Στον πυρήνα της, η ροή της ψυχοθεραπείας πρέπει να είναι αυθόρμητη, να ακολουθεί πάντα απρόσμενες κοίτες”.
Σημασία στη θεραπευτική διαδικασία δεν έχει μόνο η επούλωση του τραύματος αλλά και η αναγνώριση και η διαχείριση των συναισθημάτων στην παρούσα στιγμή. Και επειδή η Φωτοθεραπεία δεν είναι από μόνη της θεραπεία αλλά μια μέθοδος που χρησιμοποιεί ποικίλες τεχνικές, μπορεί να αξιοποιηθεί τόσο από ψυχοδυναμικές θεωρίες (που στοχεύουν κυρίως στην επούλωση του τραύματος) όσο και από πιο σύγχρονες θεωρίες όπως εκείνες της Θετικής Ψυχολογίας (που στοχεύει στην αξιοποίηση των θετικών συναισθημάτων). Ο Yalom περιγράφοντας τη θεραπευτική διαδικασία αναφέρει “Είναι σαν να ανοίγουν οι πόρτες που φέρνουν τους θεραπευόμενους σε χώρους στους οποίους δεν έχουν ξαναμπεί, να ανακαλύπτουν κλειστές πτέρυγες του σπιτιού τους που περιέχουν όμορφες και δημιουργικές πτυχές της ταυτότητας τους”. Οι φωτογραφίες (αναμνηστικές και καλλιτεχνικές) βοηθούν σημαντικά ώστε να ανοίξουν αβίαστα και αυθόρμητα αυτές οι κλειστές πτέρυγες.
Τα συναισθήματα του παρατηρητή κάποιες φορές μπορεί να «συμπίπτουν» με τα συναισθήματα του φωτογράφου πριν τη λήψη και κάποιες άλλες όχι, αυτό συμβαίνει γιατί η φωτογραφία έχει πολλαπλές αναγνώσεις. Σύμφωνα και με το φωτογράφο Γιώργο Δεπόλλα
«είναι φυσικό διαφορετικοί παρατηρητές να έχουν διαφορετικές αντιδράσεις εξαιτίας του προσωπικού τους γούστου, των αξιών και των εμπειριών τους».
Πράγματι τα συναισθήματα που αναδύονται μπορεί να διαφοροποιούνται και αυτό ισχύει ακόμα και όταν ο φωτογράφος και ο παρατηρητής είναι το ίδιο πρόσωπο. Ένας από τους λόγους που συμβαίνει αυτό είναι γιατί τα συναισθήματα αποτελούν αντιδράσεις σε έναν συγκεκριμένο αντικείμενο, γεγονός ή κατάσταση. Αφορούν τη συνένωση πολλαπλών επιπέδων επεξεργασίας και είναι σχετικά σύντομα σε διάρκεια.
Η ανάδυση του συναισθήματος τόσο κατά τη θέαση όσο και κατά η λήψη μπορεί να είναι αποκομμένα από τις όποιες σκέψεις όπως ακριβώς συμβαίνει και κατά τη φωτογράφιση όπως μας πληροφορεί ο φωτογράφος και δάσκαλος φωτογραφίας Πλάτωνας Ριβέλλης:
«Οι σκέψεις προηγούνται της λήψεως αλλά και την ακολουθούν».
Και αν τα συναισθήματα φυλάσσονται στην καρδιά, τότε ας θυμηθούμε τον Paulo Coelho που γράφει ότι :
“ Όπου είναι η καρδιά σας εκεί θα βρείτε και το θησαυρό σας”.
Info
Για τα συναισθήματα βλέπε: http://www.biblionet.gr/main.asp?page=results&person=x&person_id=45769
http://www.biblionet.gr/book/168402/Goleman,_Daniel,_
https://www.protoporia.gr/synaisthimatiki-agogi-p-268421.html
Για τον Yalom βλέπε:
https://www.ianos.gr/events/irvin-ialom-auto-itan-i-zoi-tote-alli-mia-fora-ekd.html
Φωτογραφία εξωφύλλου από την ταινία Ivan's Childhood του Andrei Tarkovsky