Στις 10 Ιουνίου 1963, δεκάδες άνθρωποι έγιναν μάρτυρες της αυτοπυρπόλησης του Βιετναμέζου βουδιστή μοναχού Thích Quang Duc. Έβαλε φωτιά στον εαυτό του για να αντισταθεί στην καταπίεση των βουδιστών από την κυβέρνηση του Βιετνάμ. Ο Malcolm Browne, ένας Αμερικανός δημοσιογράφος, αποθανάτισε αυτή τη στιγμή και η φωτογραφία του προκάλεσε παγκόσμια αίσθηση, κεντρίζοντας το ενδιαφέρον των πολιτικών της κυβέρνησης. Οι ιστορικοί πιστεύουν ότι η πράξη του μοναχού Thich Quang Duc, ήταν κρίσιμη και συνέβαλε σημαντικά στην αλλαγή ισχύος στο Βιετνάμ.
“Μπορούσα να κοιτάζω αυτό το θέαμα συνέχεια, αλλά μία φορά ήταν αρκετή. Ένας άνθρωπος φλεγόταν. Το σώμα του σιγά σιγά συρρικνωνόταν, το κεφάλι του μαύριζε και γινόταν κάρβουνο. Στον αέρα υπήρχε η μυρωδιά της καμένης ανθρώπινης σάρκας, ήμουν έκπληκτος από το πόσο γρήγορα καίγεται ένας άνθρωπος… Πίσω από μένα, άκουγα τις κραυγές των Βιετναμέζων. Ήμουν πολύ σοκαρισμένος και δεν μπορούσα ούτε να κλάψω. Ήμουν πολύ μπερδεμένος για να καταφέρω να κρατήσω σημειώσεις ή να κάνω ερωτήσεις, πάρα πολύ μπερδεμένος για να σκεφτώ το οτιδήποτε … Καθώς καιγόταν δεν κουνήθηκε καθόλου, δεν έβγαλε ούτε έναν ήχο, είχε τόση ψυχραιμία που ερχόταν σε αντίθεση με τους θρήνους των ανθρώπων γύρω του. ”
Ο φωτογράφος Malcolm Browne, ο οποίος έγινε γνωστός για τη συγκλονιστική και εμβληματική φωτογραφία του αναφλεγόμενου μοναχού στη Saigon, πέθανε στις 27 Αυγούστου 2012, σε ηλικία 81 ετών. Ο Browne βραβεύθηκε με το βραβείο Pulitzer καθώς και με το βραβείο World Press Photo of the Year το 1963. Το 2011, ο Browne έδωσε μια συνέντευξη στον εκδότη φωτογραφίας του περιοδικού TIME Patrick Witty στο σπίτι του στο Vermont.
Patrick Witty: Τι συνέβαινε στο Βιετνάμ εκείνη την ημέρα που τράβηξες τη γνωστή φωτογραφία με την αυτανάφλεξη του Quang Duc;
Malcolm Browne: Βρισκόμουν ήδη στο Βιετνάμ για περίπου δύο χρόνια, όταν τα πράγματα άρχιζαν να γίνονται πιο επικίνδυνα στο κεντρικό Βιετνάμ. Άρχισα να δείχνω περισσότερο ενδιαφέρον στους Βουδιστές μοναχούς του Βιετνάμ απ’ ότι παλιότερα, διότι μου φάνηκε πιο πιθανόν να είναι υποκινητές και διοργανωτές σε αυτό που ακολούθησε στην πορεία. Κατάφερα να αποκτήσω φιλικές σχέσεις με αρκετούς από τους μοναχούς που ήταν επικεφαλείς στο κίνημα αντίστασης που σχηματιζόταν.
Την άνοιξη του 1963, οι μοναχοί άρχισαν να υπαινίσσονται ότι επρόκειτο να κάνουν κάτι θεαματικό ως ένδειξη διαμαρτυρίας – και αυτό πιθανότατα θα ήταν ο ξεκοιλιασμός ενός από τους μοναχούς ή η θυσία. Και σε κάθε περίπτωση, ήταν κάτι στο οποίο έπρεπε να στρέψουμε την προσοχή μας.
Έτσι, οι μοναχοί τηλεφώνησαν στους ξένους ανταποκριτές στη Saigon για να τους προειδοποιήσουν ότι κάτι μεγάλο επρόκειτο να συμβεί. Οι περισσότεροι δημοσιογράφοι είχαν βαρεθεί με αυτή την απειλή και την αγνόησαν. Εγώ αισθάνθηκα ότι όντως επρόκειτο να κάνουν κάτι, ότι δεν μπλόφαραν, κι έτσι κατέληξα να είμαι ο μοναδικός Δυτικός ανταποκριτής που κάλυψε την μοιραία εκείνη ημέρα.
PW: Πες μου για εκείνο το πρωινό. Προφανώς δεν περίμενες κάτι τόσο δραματικό, αλλά ένιωσες να σε τραβάει κάτι να πας εξαιτίας ενός τηλεφωνήματος που έλαβες το προηγούμενο βράδυ;
MB: Είχα ένα προαίσθημα ότι κάτι εντυπωσιακό θα συνέβαινε, γιατί γνώριζα ότι οι μοναχοί αυτοί δεν μπλόφαραν. Ήταν απόλυτα σοβαροί και συνειδητοποιημένοι σχετικά με το να κάνουν κάτι αρκετά βίαιο. Σε κάποιον άλλο πολιτισμό ή κουλτούρα, θα είχε την μορφή βομβιστικής επίθεσης ή κάτι ανάλογο.
Οι μοναχοί γνώριζαν πολύ καλά τις συνέπειες που θα είχε μία θυσία. Έτσι, όταν έφτασα στη γειτονιά όπου οργανώνονταν όλα αυτά, ήταν ήδη σε εξέλιξη – οι μοναχοί έψαλλαν ένα είδος ψαλμωδίας που είναι πολύ συνηθισμένο στις κηδείες. Με ένα σήμα από τον επικεφαλής τους, ξεκίνησαν όλοι στο δρόμο και κατευθύνθηκαν προς το κεντρικό τμήμα της Saigon με τα πόδια. Όταν φτάσαμε εκεί, οι μοναχοί σχημάτισαν γρήγορα έναν κύκλο στο κέντρο μιας διασταύρωση δύο κεντρικών δρόμων. Ένα αυτοκίνητο σταμάτησε. Δύο νεαροί μοναχοί βγήκαν από αυτό. Βγήκε και ένας μεγαλύτερος μοναχός, υποβασταζόμενος από έναν από τους νεότερους. Κατευθύνθηκε δεξιά προς το κέντρο της διασταύρωσης. Οι δύο νεαροί μοναχοί κρατούσαν ένα πλαστικό μπιτόνι, το οποίο αποδείχθηκε ότι ήταν βενζίνη. Μόλις κάθισε, του έριξαν όλο το υγρό. Έβγαλε ένα σπιρτό, το άναψε και το άφησε στην αγκαλιά του και τυλίχθηκε αμέσως στις φλόγες. Όλοι όσοι το είδαν ήταν τρομοκρατημένοι. Ήταν τόσο κακό όσο το περίμενα.
Δεν γνωρίζω πότε ακριβώς πέθανε γιατί δεν μπορούσες να το καταλάβεις από τα χαρακτηριστικά του ή από τη φωνή του ή από κάτι άλλο. Δεν ούρλιαξε καθόλου από τον πόνο. Το πρόσωπό του έδειχνε να παραμένει ήρεμο ώσπου άρχισε να μαυρίζει από τις φλόγες και να μην μπορείς να το ξεχωρίσεις πλέον. Στο τέλος, οι μοναχοί κατέληξαν ότι ήταν νεκρός και έφεραν ένα φέρετρο, ένα αυτοσχέδιο ξύλινο φέρετρο.
PW: Κι εσύ ήσουν ο μοναδικός φωτογράφος στο σημείο αυτό;
MB: Όσο θυμάμαι και μπορώ να πω, ναι. Τελικά, διαπιστώθηκε ότι υπήρχαν μερικοί Βιετναμέζοι που τράβηξαν φωτογραφίες αλλά αυτές δεν δημοσιεύτηκαν πουθενά.
PW: Τι σκεφτόσουν την ώρα που φωτογράφιζες;
MB: Σκεφτόμουν μόνο το γεγονός ότι ήταν ένα αυτοφωτιζόμενο θέμα που απαιτούσε ένα διάφραγμα περίπου, ας πούμε, f10 ή παραπλήσιο, δεν θυμάμαι πραγματικά. Χρησιμοποιούσα μια φτηνή ιαπωνική κάμερα, με το όνομα Petri. Ήμουν πολύ εξοικειωμένος με αυτή, αλλά ήθελα να βεβαιωθώ ότι όχι μόνο είχα τις ρυθμίσεις σωστά στην κάμερα κάθε φορά και την εστίαζα σωστά, αλλά και ότι επαναφόρτωνα το φιλμ αρκετά γρήγορα ώστε να συμβαδίζω με τη δράση. Πήρα περίπου δέκα ρολά φιλμ γιατί έκανα συνέχεια λήψεις.
PW: Πώς ένιωσες;
MB: Η βασική μου σκέψη και έγνοια ήταν να τραβήξω τις φωτογραφίες. Συνειδητοποίησα ότι ήταν ένας γεγονός ασυνήθιστο που τραβούσε το ενδιαφέρον και πώς έπρεπε να καταφέρω να στείλω τις φωτογραφίες στο Assosciated Press το συντομότερο δυνατό. Κι επίσης γνώριζα ότι αυτό ήταν κάτι πολύ δύσκολο να γίνει στη Saigon χωρίς να τραβήξει την προσοχή.
PW: Τι έκανες με το φιλμ;
MB: Το όλο κόλπο ήταν να φτάσει σε κάποιο κομβικό σημείο μεταφοράς. Έπρεπε το μη εμφανισμένο φιλμ να αποσταλεί αεροπορικώς. Δεν υπόκειται σε λογοκρισία σε εκείνο το σημείο. Χρησιμοποιήσαμε ένα «περιστέρι» για να το στείλουμε μέχρι τη Μανίλα. Και στη Μανίλα είχαν τη δυνατότητα να το στείλουν στο πρακτορείο.
PW: Όταν λες «περιστέρι», τι ακριβώς εννοείς;
MB: Το «περιστέρι» είναι ένας επιβάτης σε μια συνηθισμένη πτήση που τον έχεις πείσει να μεταφέρει ένα μικρό δέμα για σένα. Η ταχύτητα ήταν προφανώς το ζητούμενο. Έπρεπε λοιπόν να το πάμε στο αεροδρόμιο. Επιβιβάστηκε σε μια πτήση που αναχωρούσε πολύ σύντομα για τη Μανίλα.
PW: Δεν σου έστειλε κανένας από το Assosciated Press, αφότου το φιλμ έφτασε κι εμφανίστηκε, ένα μήνυμα που να σου λένε ότι η φωτογραφία σου επρόκειτο να δημοσιευτεί σε έντυπα σε όλο τον κόσμο;
MB: Όχι.
PW: Δεν το γνώριζες;
MB: όχι, δεν το γνωρίζαμε, ήταν σαν να φωτογραφίζαμε μέσα σε μαύρη τρύπα. Το μάθαμε αφότου άρχισαν να έρχονται μηνύματα για συγχαρητήρια και ευχαριστίες που είχαμε στείλει τέτοια φωτογραφία. Δεν δημοσιεύτηκε από όλους. Οι New York Times δεν τη δημοσίευσαν. Θεώρησαν ότι ήταν μια πολύ φρικιαστική εικόνα που δεν ήταν κατάλληλη για μια εφημερίδα πρωινού.
PW: Κοιτάζω, ενώ συζητάμε, την φωτογραφία στην οθόνη μου. Πες μου τι δεν βλέπω – τι ακούς, τι μυρίζεις;
MB: Η συγκλονιστική μυρωδιά των αναθυμιάσεων από τα καιγόμενα sticks. Έχουν μια πολύ έντονη μυρωδιά, όχι μια ιδιαίτερα ωραία μυρωδιά, αλλά έχει σκοπό να κατευνάσει τους προγόνους και όλα αυτά. Αυτή ήταν η συγκλονιστική μυρωδιά εκτός από τη μυρωδιά της καμένης βενζίνης και τη μυρωδιά της καμένης σάρκας, πρέπει να πω. Ο κύριος ήχος ήταν το κλάμα και η δυστυχία των μοναχών, που γνώριζαν αυτόν τον τύπο πολλά χρόνια πριν και τον ένιωθαν. Στη συνέχεια ακούστηκαν φωνές, από τα μεγάφωνα, των ανθρώπων της πυροσβεστικής, προσπαθώντας να βρουν έναν τρόπο να σβήσουν τη φωτιά, να σβήσουν τις φλόγες γύρω του χωρίς να τον σκοτώσουν ή κάτι τέτοιο. Ήταν λοιπόν ένα συνονθύλευμα σύγχυσης.
PW: Διάβασα κάπου ότι ο Πρόεδρος Kennedy, όταν είδε τη φωτογραφία σου, είπε: “Καμία φωτογραφία ρεπορτάζ στην ιστορία έχει γεννήσει τόσα συναισθήματα σε όλο τον κόσμο όσο αυτή.”
MB: Ναι, θα μπορούσε, μου ακούγεται σαν μια τίμια κι ειλικρινής δήλωση από τον Λευκό Οίκο.
PW: Θεωρείς τη φωτογραφία αυτή το υψηλότερο επίτευγμά σου στη φωτοδημοσιογραφία;
MB: Τράβηξε πάρα πολύ την προσοχή του κόσμου, αυτό θα έλεγα. Δεν ήταν απαραίτητα η πιο σκληρή ιστορία που έχω καλύψει, αλλά σίγουρα ήταν η πιο σημαντική της καριέρας μου.
It attracted a lot of attention, I’ll say that for it. It was not necessarily the hardest story I’ve ever had to cover, but it was certainly an important part of my career.
Πηγές: