Στις 9 Οκτωβρίου 1967, ο επαναστάτης Ernesto Guevara de la Serna – πιο γνωστός ως Che Guevara – εκτελέστηκε από τις ένοπλες δυνάμεις της Βολιβία. Ο Che Guevara, ο Αργεντίνος μαρξιστής επαναστάτης και ηγέτης των ανταρτών της Κούβας, είχε ενεργό δράση στην απόπειρα του Fidel Castro να ρίξει την κυβέρνηση Batista στην Κούβα. Στη συνέχεια, έγινε πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας της Κούβας και προώθησε την μεταφορά των εμπορικών συναλλαγών της χώρας από τις ΗΠΑ στη Σοβιετική Ένωση. Τρία χρόνια αργότερα, τοποθετήθηκε ως Υπουργός Βιομηχανίας. Ο Guevara εγκατέλειψε τη θέση αυτή το 1965 για να μεταδώσει τις ιδέες της επανάστασης της Κούβας σε άλλα μέρη στον κόσμο.
Το 1962, ο René Burri επισκέφτηκε την Αβάνα στα πλαίσια μιας αποστολής για το περιοδικό Look. Ένα από τα πορτραίτα του Guevara να καπνίζει ένα πούρο έγινε μια φωτογραφία-ορόσημο για τον 20ο αιώνα. Για το βιβλίο «Contact Sheets», ο René Burri αφηγήθηκε την ιστορία πίσω από τη φωτογραφία αυτή:
“Έφθασα μαζί με την Αμερικανίδα ρεπόρτερ Laura Berquist από το περιοδικό Look . Ο Che την είχε προσκαλέσει όταν συναντήθηκαν στα τέλη του 1962 στη Νέα Υόρκη. Αμέσως συνειδητοποίησα ότι οι περσίδες ήταν κλειστές. Από τη στιγμή που αυτό ήταν ένα τεχνικό πρόβλημα, τον ρώτησα, «Μπορώ να ανοίξω τις περσίδες;» και μου απάντησε, «Όχι, δεν είναι απαραίτητο». Μόνο αργότερα κατάλαβα ότι είχε εστιάσει τόσο πολύ σε αυτό που έκανε ώστε δεν ήθελε να δει τι συνέβαινε έξω.
Η συνέντευξη ξεκίνησε αμέσως, και μετά από λίγο απλά με αγνόησαν. Η συζήτηση άναψε. Κάποιες στιγμές μιλούσε με μια συγκεκριμένη γοητεία, αλλά κάποιες άλλες στιγμές τσαλάκωνε χαρτιά. Τον έχω τραβήξει μια φωτογραφία που σκιτσάρει φιγούρες. Κατά διαστήματα, σηκωνόταν κι έφευγε από το γραφείο, κι επέστρεφε στη συνέχεια πάντα φορώντας τις στρατιωτικές του αρβύλες και τη στολή του. Θυμάμαι πως όταν έκοψε την άκρη του πούρου του, περίμενα να μου προσφέρει κι εμένα ένα, αλλά ήταν τόσο απορροφημένος με τη συζήτηση, κάτι το οποίο ήταν ευνοϊκό για μένα αφού με αγνοούσε για δύο ολόκληρες ώρες. Δεν με κοίταξε ούτε μία φορά, κάτι πολύ ασυνήθιστο. Εγώ κινιόμουν γύρω από αυτόν, και δεν υπάρχει ούτε ένα καρέ στο οποίο να κοιτάζει απευθείας την κάμερα.
Το πρακτορείο Magnum διένειμε την ιστορία σε ολόκληρο τον κόσμο. Το 1966, κάποιοι φίλοι με ρώτησαν, «René, μπορούμε να τυπώσουμε μια αφίσα;». Και τύπωσαν μια τεράστια αφίσα με τη φωτογραφία του Che. Κι από εκείνη τη στιγμή, ξεκίνησαν όλα. Ο κόσμος ήθελε να αποκτήσει τη φωτογραφία αυτή. Η μεγάλη έκρηξη έγινε στο Παρίσι, τον Μάη του 1968, όταν η φωτογραφία εμφανίστηκε σε σημαίες. Αργότερα, όταν επέστρεψα στην Αβάνα, είδα τη φωτογραφία μου σε μπλουζάκια στο Υπουργείο Πληροφόρησης, κι αγόρασα μερικά για τα παιδιά μου. Είπα στον πωλητή, «Αυτή η φωτογραφία είναι δική μου!» κι αγόρασα τα μπλουζάκια.
Μετανιώνω που δεν είδα τον Che ξανά. Για μένα αυτό που έχει σημασία είναι να διατηρήσω την εικόνα του ως οραματιστή, ως ένας άντρας που ήταν πρόθυμος να φτάσει ως το τέλος. Πιστεύω ότι ο αγώνας συνεχίζεται.”
Πηγή: www.magnumphotos.com