Η πρώτη μας σκέψη ήταν να τον εντοπίσουμε, ταυτόχρονα θα έπρεπε να έχουμε λάβει όλα τα προληπτικά μέτρα για να μην μας εντοπίσει κι ο ίδιος, το οποίο ήταν εξαντλητικό και κουραστικό ειδικά μετά από μια μέρα παρακολούθησης αυτού του ανθρώπου που θα μπορούσε κανείς να χαρακτηρίσει μαραθωνοδρόμο.
Το 1980, ως νεαρός φωτογράφος στο Paris Match, κλήθηκα με το βοηθό μου, Bernard Wis, για να δω το αφεντικό μας, τον Ρότζερ Therond. Οι πρώτες σκέψεις μας ήταν συγκεχυμένες, ήμασταν πραγματικά σε δύσκολη θέση, μπήκαμε στο γραφείο του αμήχανοι και συνεσταλμένοι.
Ωστόσο,δεν ήταν εκεί το πρόβλημα. Μας είχε ανατεθεί, από τον ίδιο, μια αποστολή που προφανώς σήμαινε πολλά για αυτόν. Βρεθήκαμε στην ευχάριστη θέση να έχουμε την εμπιστοσύνη του για κάτι πολύ ιδιαίτερο, δεχθήκαμε χωρίς περαιτέρω συζήτηση.
Η αποστολή ήταν να εντοπίσουμε, να ακολουθήσουμε και να φωτογραφίσουμε τον Henri Cartier-Bresson. Να τον φωτογραφίσουμε χωρίς όμως να μας εντοπίσει ο ίδιος, να είμαστε αόρατοι. Η εντολή μας είχε δοθεί εν λευκώ.
Αυτό που υποτίθεται ότι θα ήταν μια απλή δουλειά κατέληξε να είναι μια από τις πιο εξαντλητικές εργασίες ανάθεσης που έχω κάνει ποτέ! Ο Cartier-Bresson ήταν γρήγορος, πολύ γρήγορος! Όταν άρχισε να τρέχει σε όλη την πόλη, προσπερνώντας αυτοκίνητα, μπαίνοντας σβέλτα σε μετρό και πηδώντας έξω την τελευταία στιγμή, σταματώντας ξαφνικά να ανιχνεύσει το περιβάλλον του και κτυπώντας με τη Leica του βγάζοντάς την έξω από μια θήκη εν ριπή οφθαλμού, σαν πιστολέρο!
Η πρώτη μας σκέψη ήταν να τον εντοπίσουμε, ταυτόχρονα θα έπρεπε να έχουμε λάβει όλα τα προληπτικά μέτρα για να μην μας εντοπίσει κι ο ίδιος, το οποίο ήταν εξαντλητικό και κουραστικό ειδικά μετά από μια μέρα παρακολούθησης αυτού του ανθρώπου που θα μπορούσε κανείς να χαρακτηρίσει μαραθωνοδρόμο.
Φωτογραφίζοντας γρήγορα και υιοθετώντας το ύφος του, καταφέραμε να πάρουμε μερικές φωτογραφίες. Οι φωτογραφίες που πέρναμε μέρα με τη μέρα ήταν ικανοποιητικές.
Τότε, μια μέρα,ο Cartier-Bresson εγκατέλειψε τη Leica του για ένα άλλο σχέδιο. Τον ακολουθήσαμε κατά πόδας, και τα βήματά του μας οδήγησαν στις όχθες του ποταμού Σηκουάνα απέναντι από το Λούβρο, εκεί έκατσε ήσυχα σε ένα παγκάκι, σκιαγραφώντας τους περαστικούς και τους τουρίστες.
Στη συνέχεια, μου ήρθε η εξής ιδέα: 'Εβγαλα το πουκάμισό μου και το άπλωσα κάτω περίπου δέκα πόδια μπροστά του σαν τουρίστας που έκανε ηλιοθεραπεία. Ήμουν ο τέλειος τουρίστας, παρόλα αυτά είχα τη φωτογραφική μηχανή μου κρυμμένη καλά στο μαντήλι μου. Κάθισα εκεί περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή για να "πυροβολήσω", όταν ξαφνικά είδα ένα τεράστιο σκύλο ράτσας Αγίου Βερνάρδου να πλησιάζει κατά μήκος του Quai.
Ο Cartier-Bresson επικεντρώθηκε στα σκίτσα του και δεν είδε το σκυλί, το οποίο, όντας στο προσκήνιο, έδωσε σε αυτή τη φωτογραφία μια περίεργη ποιότητα.
Στις ημέρες που ακολούθησαν, πήραμε περισσότερες εικόνες του Cartier-Bresson, όπως ο ίδιος διασχίζει τη λεωφόρο Raspail ή στέκεται σε μια στάση ή σε μια τρυφερή στιγμή με την κόρη του.
Νομίζαμε ότι είχαμε κάνει, αλλά όταν δείξαμε το έργο μας για Roger Therond, μας ζήτησε να συνεχίσουμε. Αυτή είναι η ιστορία για το πώς, για πάνω από ένα μήνα, φωτογραφίσαμε τον Henri Cartier-Bresson με το στυλ του Henri Cartier-Bresson.
Αυτές οι φωτογραφίες δεν έχουν δημοσιευθεί ποτέ, αλλά ο Roger Therond ήταν ικανοποιημένος με τη δουλειά μας. Και αυτό ήταν αρκετό για εμάς.
Bruno Mouron
Bruno Mouron & Bernard Wis: HCB trapped by the Paparazzi