Ένας καλλιτέχνης λάτρης και δαμαστής του φυσικού φωτός, όπου κάθε κάδρο του ήταν ένας έκφραστικός πίνακας και κάθε πορτραίτο μια εμβάθυνση στην ανθρώπινη ψυχή.
Λίγοι κινηματογραφιστές έχουν επηρεάσει τον παγκόσμιο κινηματογράφο, όπως ο στενός συνεργάτης του Ingmar Bergman, Sven Nykvist (Σβεν Νίκβιστ). Ένας καλλιτέχνης λάτρης και δαμαστής του φυσικού φωτός, όπου κάθε κάδρο του ήταν ένας έκφραστικός πίνακας και κάθε ποτραίτο μια εμβάθυνση στην ανθρώπινη ψυχή.
Sven Nykvist & Ingmar Bergman
Ο Nykvist γεννήθηκε το 1922 στη Moheda της Σουηδίας και από μικρός έδειξε την αγάπη του για τη φωτογραφία. Έναυσμα ήταν μια μεγάλη συλλογή από φωτογραφίες του ιερέα- πατέρα του που είχαν τραβηχτεί στην Αφρική, και λόγο των οικογενειακών του πιστεύω, δεν του επιτρεπόταν να πηγαίνει στον κινηματογράφο.
Στην ηλικία των 15 ετών, έπιασε δουλειά. Μοίραζε εφημερίδες στους δρόμους, καταφέρνοντας, με αυτόν τον τρόπο να αγοράσει την πρώτη του μηχανή, μια Keystone 8mm. Τραβώντας διαρκώς φωτογραφίες τον δέχθηκαν στη σχολή φωτογραφίας της Στοκχόλμης, εκεί βλέποντας ελεύθερα πλέον ταινίες, αναπτύχθηκε η αγάπη του για τον κινηματογράφο, και αποφάσισε να γίνει κινηματογραφιστής.
Hour of the wolf
Το 1941 θα πιάσει για πρώτη φορά δουλειά στον κινηματογράφο σαν βοηθός καμεραμάν, ενώ σαν κινηματογραφιστής θα κάνει το ντεπούτο του 4 χρόνια μετά, το 1945, όπου και για την επόμενη δεκαετία θα εργαστεί σε πάνω απο 30 ταινίες για διάφορους Σουηδούς σκηνοθέτες.
Ήταν το 1953, όταν γνώρισε και πρωτοσυνεργάστηκε με τον Bergman, ύστερα απο πρόταση που δέχθηκε να κινηματογραφίσει τους εσωτερικούς χώρους της ταινίας Sawdust and Tinsel. Ο Bergman εντυπωσιάστηκε από τη δουλειά του Nykvist και παρόλο που συνέχισε για τα επόμενα χρόνια να δουλεύει με τον κινηματογραφιστή που ήδη είχε (Gunnar Fischer), ήταν το 1960 και η ταινία The Virgin Spring που θα σήμανε την αρχή της μακράς συνεργασίας τους.
The Virgin Spring
Ουσιαστικά το The Virgin Spring ένα μεσαιωνικό παραδοσιακό παραμύθι- αποτέλεσε και την απαρχή μιας περιόδου, κινηματογράφησης ποτραίτων με ψυχολογικό υπόβαθρο και με εμπνευσμένο, θαυμάσιο καλλιτεχνικά τρόπο, κάθως και «εκφραστικά» τόπια σε ανοιχτούς χώρους. Ένα καλλιτεχνικό ξεκίνημα που θα οδηγούσε τον Bergman να δημιουργήσει την άτυπη τριλογία του (Through a Glass Darkly, Winter Light, καπ The Silence) πάνω στην καταστροφική σιωπή του θεού, μια πνευματική κρίση πίστης του σκηνοθέτη και να καταλήξει στην επιβεβαίωση της ζωής μέσα απο το Fanny and Alexander.
Η ποιητική χρήση του φωτός, φυσικού και τεχνικού, στοιχείο που έφερε ο Nykvist και χαρακτήρισε τη νεά περίοδο δημιουργίας του σκηνοθέτη, συνδέθηκε με τις σημαντικότερες ταινίες του.
Winter Light
Στην ταινία Winter Light ήταν από τις πρώτες που εξερεύνησε εκτενέστερα τις δυνατότητες του φωτός. Η οπτική ατμόσφαιρα της ταινίας είναι εμπνευσμένη από τις ώρες που καθόταν ο Nykvist μαζί με τον σκηνοθέτη σε μια εκκλησία και τη μελέτη του πάνω στα παιχνίδια του φωτός στους τοίχους και τα παράθυρα.
Μάλιστα θεωρούσαν και οι δύο πόσο σπουδαίο ρόλο παίζει η σωστή χρήση του φωτός, στη ροή της ταινίας, και με αυτόν τον γνώμονα ως κυρίαρχο στοιχείο, μελετούσαν τουλάχιστον δυο μήνες πριν τα γυρίσματα πως θα ενσωματώσουν το φως προς ανάδειξη των χαρακτήρων του σεναρίου.
Cries and wispers
« Ημουν τυχερός που συνεργάστηκα με τον Bergman» δήλωσε το 1995, ο Nykvist. «Πίστευε ό,τι μία ταινία δε θα έπρεπε να δείχνει ιδιαίτερα φωτισμένη. Έτσι, όπου ήταν εφικτό φώτιζα, μόνο, από μία πηγή και απέφευγα να δημιουργώ διπλές σκιές, διότι αυτό ήταν κάτι που θα επεσήμαινε πως ανήκει στη στουντιάκη φωτογραφία»
Persona
Στα φιλμ του Nykvist και ιδιαίτερα σε αυτά που συνεργάστηκε με τον Bergman, το φως «υπαινίσσονταν» μια μεταφυσική διάσταση που ξεπερνούσε το ύφος της ταινίας. Έδινε ένα βαθύτερο νόημα και φίλτραρε συναισθηματικά το ψυχικό βασανισμό και πνευματικό διχασμό που απασχολούσε τους χαρακτήρες του. Αντιθέτως, στις εξωτερικές σκηνές το φως προκαλούσε κάποιες στιγμές υπέρβασης δημιουργώντας μια αίσθηση γαλήνης.
«Το φως έγινε το πάθος που κυρίαρχησε τη ζωή μου»
Στα κοντινά ποτραίτα, κάτι συχνό στις ταινίες του Bergman, ο Nykvist συνήθιζε, με εμμονή, να απαθανατίζει τις αντανακλάσεις στα μάτια των πρωταγωνιστών, γιατί έτσι έδινε την αίσθηση ενός ανθρώπου σκεπτόμενου. Σ αυτό φυσικά έπαιζε ρόλο και ο φωτισμός που τόνιζε ακριβώς τη ματιά του ηθοποιού, μια ματιά που σύμφωνα με τον Nykvist μπορούσε να αποκαλύψει περισσότερα από ότι οι λέξεις.
Cries and wispers
Με τη δουλειά που έκανε στις ταινίες του Bergman, έγινε ευρέως γνωστός έτσι ώστε μετέπειτα σκηνοθέτες όπως, ο Bob Rafelson, ο Bob Fosse, ο Philip Kaufman, ο Andrei Tarkovsky, και ο Woody Allen ήθελαν να δουλέψουν μαζί του.
Κέρδισε δύο βραβεία Όσκαρ Φωτογραφίας για τις ταινίες Cries and Whispers (1973) και Fanny and Alexander (1982), αμφότερες ταινίες του Μπέργκμαν ενώ προτάθηκε επίσης και για την ταινία The Unbearable Lightness of Being (1988).
Sven Nykvist & Andrei Tarkovsky
Το 1991 παρούσιασε και τη πρώτη σκηνοθετική του δουλειά με τίτλο Oxen με πρωταγωνιστές του συνήθεις Μπεργκμαν-ικούς Max Von Sydow και Liv Ullmann, λαμβάνοντας μια υποψηφιότητα για καλύτερο ξενόγλωσσο φιλμ εκείνης της χρονιάς.
Αποσύρθηκε, τελικά, από το χώρο το 1998 ύστερα από διάγνωση αφασίας, αφήνωντας πίσω του μια τεράστια κληρονομία με πάνω από 120 φιλμ. Το 2000 ο γιος του Carl-Gustaf Nykvist έφτιαξε ένα ντοκιμαντέρ σχετικά με το διάσημο πατέρα του, με τίτλο, Light Keeps Me Company
Ο Nykvist απεβίωσε το 2006.
___________________________________________________________________________________________
Κείμενο: Τόλης Χατζηγνατίου
The Soundtrack for writing this: The Smiths - There is A Light That Never Goes out (1986)