Πολλά έχουν γραφτεί για το αριστούργημα του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν από την ημέρα που κυκλοφόρησε -και πόσα θα γραφτούν ακόμα-, στην προσπάθεια να αναλύσουν την πιο προσωπική ταινία από τη φιλμογραφία του Σουηδού δημιουργού. Είναι η ταινία μια διατριβή πάνω στην ανθρώπινη ύπαρξη; Μια σπουδή πάνω στη χαμένη ταυτότητα; Στο όνειρο και την πραγματικότητα; Στην αλήθεια και την ψευδαίσθηση;
Νοσοκόμα, η Αλμα, αναλαμβάνει να περιποιηθεί την Ελίζαμπεθ, γνωστή ηθοποιό, που καταρρέει κατά τη διάρκεια μιας παράστασης της Ηλέκτρας που έπαιζε, με αποτέλεσμα να καταφύγει στη σιωπή. Οι δύο τους απομονωμένες σε ένα παραθαλάσσιο σπίτι, για να βελτιωθούν οι συνθήκες ανάρρωσης, θα δημιουργήσουν μια παράξενη σχέση μεταξύ τους, που θα οδηγήσει ακόμα και στην απώλεια της υπαρξιακής τους ταυτότητας.
Πολλά έχουν γραφτεί για το αριστούργημα του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν από την ημέρα που κυκλοφόρησε -και πόσα θα γραφτούν ακόμα-, στην προσπάθεια να αναλύσουν την πιο προσωπική ταινία από τη φιλμογραφία του Σουηδού δημιουργού. Είναι η ταινία μια διατριβή πάνω στην ανθρώπινη ύπαρξη; Μια σπουδή πάνω στη χαμένη ταυτότητα; Στο όνειρο και την πραγματικότητα; Στην αλήθεια και την ψευδαίσθηση;
Ο ίδιος ο σκηνοθέτης ποτέ δεν έδωσε σαφή απάντηση για το πραγματικό νόημα της ταινίας του... «Μπορείτε να την ερμηνεύσετε όπως θέλετε. Όπως ένα ποίημα. Οι εικόνες σημαίνουν διαφορετικά πράγματα για τον κάθε άνθρωπο»
Και η αλήθεια είναι ότι δεν χρειάζεται να υπάρχει πάντα συγκεκριμένη ή ακόμα και μόνο μια ερμηνεία. Όπως -πολλές φορές- και στη φωτογραφία, ο χρόνος διατηρεί στο πέρασμά του εκείνα τα έργα που μιλάνε σε ένα βαθύτερο επίπεδο για τον καθένα, αγγίζοντας προσωπικές ταυτίσεις και ερμηνείες. Εκεί είναι ίσως και η σπουδαιότητα ενός έργου: Στις πολλαπλές αναγνώσεις και προσωπικές επισκέψεις που μας αναγκάζει κάθε φορά να του ξανακάνουμε.
Ο θεατής γοητεύεται από τη φωτογραφία της ταινίας, ντυμένη αφηρημένα έτσι στα λευκά σαν ένα ερωτηματικό στο τι κρύβει πραγματικά, και τον παρασέρνει μακριά από την όποια υπόθεσή της. Κάθε φορά που ο θεατής μπορεί να επισκέπτεται την ταινία, ο Μπέργκμαν του αποκαλύπτει καινούρια πράγματα για εκείνη.
Η φωτογραφία του Σβεν Νίκβιστ, που συνεργάστηκε αρκετές φορές με τον Μπέργκμαν και σε άλλες ταινίες του, κυριαρχείται από τα ασφυχτικά κοντινά πλάνα του, που αποδίδουν το θέμα της ψυχολογικής αποδόμησης που βρίσκονται οι δύο πρωταγωνίστριες. Η αντίθεση στα περάσματα από το βαθύ μαύρο στο έντονο λευκό και η ιδιαιτερότητα στους φωτισμούς των προσώπων, είναι το βασικό χαρακτηριστικό στο ύφος της ταινίας.
Όλη η ταινία αποτελείται σχεδόν αποκλειστικά από μακρινά ευρυγώνια πλάνα και έντονα κοντινά. Η απότομη εναλλαγή μεταξύ τους, τονίζει ακριβώς τις σχέσεις των δύο γυναικών ανάμεσα στην οικειότητα και την απομόνωση.
Η δραματικότητα που βγάζουν τα κοντινά πλάνα, γεμίζοντας τη σκηνή από το συναίσθημα της έκφρασης, τονίζεται από το κόψιμο του προσώπου μισό στη σκιά και μισό στο φώς. Με αυτή την τεχνική υπονοεί ο σκηνοθέτης ότι υπάρχουν δύο πρόσωπα -ένα φωτεινό και ένα σκοτεινό-, δύο εαυτοί που μπερδεύονται σε όλη τη διάρκεια της ταινίας.
Το φως συνέχεια αλλάζει από σκηνή σε σκηνή, άλλοτε σκληρό, άλλοτε απαλό, δημιουργεί ρεαλισμό ή και ψευδαίσθηση, γεμίζει ένα ολόκληρο δωμάτιο ή απλά μερικές γωνίες. Αυτή η συχνή εναλλαγή στο φως δείχνει την εσωτερική πάλη των δύο πρωταγωνιστριών, σα μια προσπάθεια του ασυνείδητου να προσαρμοστεί στον πραγματικό κόσμο.
Ο θεατής, έτσι, ποτέ δεν μαθαίνει τι από όσα βλέπει είναι πραγματικότητα.
Μία από τις πιο διάσημες σκηνές μέσα στο έργο είναι η σκηνή της κρεβατοκάμαρας. Η Ελίζαμπεθ πλησιάζει στο δωμάτιο της ʼλμας που κοιμάται, κατά πάσα πιθανότητα νωρίς το πρωί. Το κάδρο γεμίζει από ένα απαλό φυσικό φως που δίνει έντονα την αίσθηση του ονείρου, ερχόμενο από το πίσω μέρος, σαν να η Ελίζαμπεθ γεννιέται και να παίρνει μορφή μέσα από αυτό το φως ... μέχρι να την ξανατραβήξει πάλι πίσω.
Η Περσόνα εύκολα μπορεί να αναγνωριστεί από δύο φωτογραφίες που έγιναν ταυτόσημές της. Το αγόρι που αγγίζει το γυναικείο πρόσωπο σε μια μεγάλη οθόνη και οι δύο γυναίκες που κοιτάνε η μία την άλλη και εμάς σε ένα φανταστικό καθρέφτη (αρχική φωτο).
Ό Μπέργκμαν έκανε μια ταινία πρώτα για τον εαυτό του και ύστερα για όλους εμάς, που μας αναγκάζει να σωπαίνουμε μπροστά της όπως η πρωταγωνίστριά του.
Όπως ο ίδιος την έχει χαρακτηρίσει, είναι...ένα ποίημα σε εικόνες!
-----------------------------
«PERSONA» Σουηδία- 1966 Ασπρόμαυρη (85΄)
Σκηνοθεσία, παραγωγή, σενάριο: Ίνγκμαρ Μπέργκμαν
Φωτογραφία: Σβεν Νύκβιστ / Μουσική: Λαρς Γιόχαν Βέρλε
Πρωταγωνιστούν: Μπίμπι ʼντερσον, Λιβ Ούλμαν
Soundtrack for writing this: Dead Can Dance - "Within The Realm Of A Dying Sun" (1987)