Τι συνδέει τον Langston Hughes με τον Roy De Carava και το καλλιτεχνικό κίνημα Harlem Renaissance στη Νέα Υόρκη των δεκαετιών 20 και 30;

Tον Καβάφη με τον Walt Whitman και τον Alec Soth του Sleeping Mississippi;

Τον ανεκπλήρωτο έρωτα των στίχων της Μαρίας Πολυδούρη και τα Σονέτα του Σαίξπηρ με τις μοναχικές φιγούρες του Κertesz και τα φευγαλέα πορτραίτα του Bernard Plossu;

Τη σπαραχτική ποίηση της Sylvia Plath με τις δυνατές εικόνες της Diane Arbus;

Την Μaya Angelou με τις ονειρικές εικόνες του Saul Leiter και της Vivian Maier στις μητροπόλεις του Σικάγο και τη Ν. Υόρκης του 50;

Την ανήσυχη ποιητική σκηνή του ‘ Mersey Sound στο Λίβερπουλ του 60 ’ και τον Martin Parr;

Το κίνημα των Βeat ποιητών στη μεταπολεμική Αμερική με τον William Eggleston και την Francesca Woodman;

Τα παραπάνω ερωτήματα δεν αποτελούν αφορμή για να αναζητήσει κανείς τις εκλεκτικές συγγένειες, αυτούς τους αόρατους και ορατούς πνευματικούς και ψυχικούς δεσμούς που ενώνουν ποιητές και φωτογράφους σε απρόβλεπτες συναντήσεις. Νήματα –σύνδεσμοι που μεταφέρονται στο σαγηνευτικό αλλά και ρευστό πεδίο της ποίησης και της φωτογραφίας δίνοντας τη θεματική στη στήλη. Δεσμοί, κόσμοι γοητευτικοί, θεάσεις να ανακαλύψει κανείς, δίχως να υπονομεύουν ή να υπονομεύονται από την εκάστοτε προσωπικότητα που τους δημιουργούν. Ο σεβασμός, συνυπάρχει με μια απόπειρα υπέρβασης του περιοριστικού ορίου που τίθεται σε δομές, για να αναπτυχθούν και να φανούν νέες εκφάνσεις της ελευθερίας του νου, της απόλαυσης και της δύναμης που απορρέει από την αισθητική εμπειρία της εικόνας και της ποίησης. Το ταξίδι ξεκινά απο τη Νέα Υόρκη και τις γειτονιές των μαύρων στο Harlem στο Manhattan του μεσοπολέμου.

langston hughes ifocus

Ο Langston Hughes συναντά τον Roy De Carava 

¨Οταν γεννήθηκε ο Roy De Carava το 1919 Ο Langston Hughes (φωτό πάνω) ήταν έφηβος 17 χρονών. Οι δυο άντρες συναντήθηκαν για να γράψει τα κείμενα στην έκδοση του " Η γλυκειά μυγοπαγίδα της ζωής’ (1955), όταν ήταν ήδη καταξιωμένος ποιητής στην αφροαμερικανική κοινότητα και ενεργός ακτιβιστής για τα κοινωνικά δικαιώματα των μαύρων. Ο Roy de Carava εξέφρασε μέσα από τη φωτογραφική του τέχνη την άλλη έκφανση της μαύρης αισθητικής, ότι ο Lanston Hughes δήλωνε με την ποίησή του μέσα στο κλίμα της «Αναγέννησης του Χάρλεμ» που αποτέλεσε μια πολιτισμική, κοινωνική και καλλιτεχνική έκρηξη στο Χάρλεμ του Μανχάταν της Νέας Υόρκης στην Αμερική του Μεσοπολέμου (1917-1935)

cottonclub iFocus

Το Κότον Κλαμπ στο Χάρλεμ της Νέας Υόρκης γύρω στα 1930.

Αποτελούν τους εκφραστές μιας ‘μαύρης αισθητικής’ ο Langston Hughes στη λογοτεχνία και ο Roy De Carava στη φωτογραφία. Τι είναι όμως αυτή η μαύρη αισθητική; Ρίχνοντας φως στη ζωή και το έργο των δυο καλλιτεχνών- σύμβολα για την αφροαμερικάνικη τέχνη και το κίνημα των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων προσπαθώ να την σκιαγραφήσω.

____________________________________________

Dreams

Hold fast to dreams
For if dreams die
Life is a broken-winged bird
That cannot fly.
Hold fast to dreams
For when dreams go
Life is a barren field
Frozen with snow. 

Ονειρα

Κράτα γερά τα όνειρα

Γιατί αν τα όνειρα πεθάνουν

πουλί με σπασμένες φτερούγες είναι η ζωή

που δεν μπορεί να πετάξει.

Κράτα γερά τα όνειρα

Γιατί όταν τα όνειρα φύγουν

Άγονο χωράφι είναι η ζωή

Παγωμένο με χιόνι

[ απόδοση - Ν. Ζαφειριάδου]

Ο Langston Hughes, ποιητής, διηγηματογράφος και θεατρικός συγραφέας ανήκει σ ΄εκείνους τους λίγους που το έργο τους τίμησε για πάντα τη φωνή που κουβαλούμε μέσα μας, Η καταγωγή του ήταν κάτι μεγαλύτερο απ΄τη φυλή. Ήταν εκείνη η ατέλειωτη τάξη του πλήθους, εκείνοι που μετρούν τ΄ανάστημά τους σε δύσκολες εποχές, συνθέτοντας ξανά, απ΄την αρχή όλες τις τραγωδίες. Τα πρόσωπα στα ποιήματά του μιλούν για μια άλλη ιστορία, αυτή των λαϊκών μαύρων. Και έτσι βρέθηκε παντού διαβάζοντας, κάνοντας θέατρο, σπέρνοντας στίχους σε τραγούδια, ένας θεραπευτής της νύχτας, ανάμεσα σε μάγους, μαινάδες, μύστες και ήρωες.
 Ένας αγωνιστής της αλήθειας, μεταφρασμένος στα ελληνικά αρχικά σε μια σπάνια συλλογή του Ντίνου Χριστιανόπουλου (1966 ). Ποιήματα σκόρπια, βαθιά ανθρώπινες στιγμές επιβεβαιώνουν έναν άνθρωπο παρόντα στην αδιάκοπη αγωνία που αντλεί το υλικό του από την καθημερινή θρησκεία και τους απλούς θεούς της. Τέτοια ποιήματα περιλαμβάνουν οι συλλογές του Χιουζ. Γραμμένα κυρίως γι΄ αυτούς τους κατώτερους θεούς, με αυθάδεια και διαύγεια τραγούδησαν τον κόσμο των μαύρων.

     Στο έργο του βλέπει κανείς μια υπέροχη όσο και συγκλονιστική ελεγεία της αφρικάνικης ψυχής, των ονείρων και των παθών της, εκφρασμένη με στρωτά, ανατρεπτικά, λυρικά σχήματα. Η καθημερινότητα των μαύρων σκλάβων – η δουλειά της πλύστρας με τα χέρια ως τον αγκώνα χωμένα μες την άγρια σαπουνάδα, που αγωνίζεται για να επιβιώσει μέσα σε ένα αφιλόξενο περιβάλλον, οι φοβισμένοι σκλάβοι από το μαστίγιο του αφέντη και το εξωπραγματικό ύψος των ουρανοξυστών, οι ρατσιστικές δολοφονίες, έχουν βασική θέση στο έργο του. Για να καταλήξει, σε αυτό που κατέληξε και η αφροαμερικάνικη κοινότητα με το πέρασμα των χρόνων και μέσα από σκληρούς, αιματηρούς αγώνες – σε μια όχι απλά φυλετική συνειδητοποίηση, αλλά σε μία ταξική συνειδητοποίηση όπου ο λευκός κι ο μαύρος εργάτης από κοινού θα δώσουν την μάχη για την κοινωνική απελευθέρωση – ο ίδιος ο Λάνγκστον ήταν για πολλά χρόνια μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος, ύστερα κι από ένα ταξίδι του στην Σοβιετική Ένωση.

Φοβισμένοι

Κλαίμε

Ανάμεσα στους ουρανοξύστες

Όπως θρηνούσαν οι πρόγονοί μας

 Ανάμεσα στα φοινικόδεντρα της Αφρικής.

Γιατί είμαστε μόνοι,

είναι νύχτα

και φοβόμαστε.

   

Κι εγώ επίσης

Κι εγώ επίσης τραγουδώ την Αμερική

Eίμαι ο μαύρος αδελφός.

Όταν έχουμε επισκέψεις
με στέλνουν να φάω στην κουζίνα,
μα εγώ γελώ, τρώω γερά
και δυναμώνω.

Αύριο
θα καθίσω κι εγώ στο τραπέζι
όταν θα έχουμε επισκέψεις.
Κανείς δε θα τολμήσει να μου πει
«πάνε να φας στην κουζίνα».

Άλλωστε
θα δούνε πόσο όμορφος είμαι
και θα ντραπούν.

Κι εγώ επίσης είμαι Αμερική

[Μετάφραση: Ντίνος Χριαστιανόπουλος]

I, Too

I, too, sing America.

I am the darker brother.

They send me to eat in the kitchen

When company comes,

But I laugh,

And eat well,

And grow strong.

Tomorrow,

I’ll be at the table

When company comes.

Nobody’ll dare

Say to me,

“Eat in the kitchen,"

Then.

Besides,

They’ll see how beautiful I am

And be ashamed—

I, too, am America.

Τα ποιήματά του κριτικάρουν την αυταπάτη του «αμερικάνικου ονείρου» αρτιότερα και καλύτερα ίσως από τον οποιονδήποτε ποιητή της Μπήτνικ γενιάς του 50, είναι γνήσια τέκνα των spirituals και των blues νοσταλγούν μια διαφορετική, απλή ζωή, χωρίς τα δεσμά της εργασίας και φοβούνται παράλληλα το κρύο, λογιστικό χαρακτήρα του πολιτισμού που οικοδομείται και που δείχνει τα δόντια όλο και σκληρότερα στους καταπιεσμένους. Πύρινα, χωμάτινα, γεμάτα αίμα και δάκρυα τα ποιήματα του Λάνγκστον Χιουζ, δεν φοβούνται – θα ρωτήσουν τον λευκό Θεό της χριστιανοσύνης εάν ωφελούν οι προσευχές όταν τα βασανιστήρια και οι εκτελέσεις είναι καθημερινό φαινόμενο στη ζωή των μαύρων, είναι σήμερα πιο επίκαιρα από ποτέ. Η ποίησή του αντανακλά την ίδια την ζωή του και αυτή μόνο ρόδινη δεν ήταν.

Ανατρέχοντας στη ζωή του μαθαίνουμε πως ο Λάνγκστον Χιουζ γεννήθηκε στις 1 Φεβρουαρίου 1902 στο Τζόπλιν του Μισούρι το 1902. Οι γονείς του ζούσαν χωρισμένοι κι έτσι ο μικρός Λάνγκστον στάλθηκε να ζήσει με τη γιαγιά του στο Λώρενς του Κάνσας. Εκεί βρήκε αργότερα δουλειά κι η μητέρα του που θέλοντας να μορφωθεί το παιδί της το έστειλε στο σχολείο της περιοχής. Η εποχή χαρακτηριζόταν από τα διαχωρισμένα σχολεία, σχολεία λευκών και μαύρων, κι οι σχολικές αρχές αρνήθηκαν να το δεχτούν. Αλλά η μητέρα του διεκδικώντας μαχητικά το δικαίωμα του παιδιού της για παιδεία πετυχαίνει να γίνει ο Λάνγκστον δεκτός. Εκεί, δέχτηκε το μίσος των δασκάλων, οπαδών των φυλετικών διακρίσεων, αντιμετώπισε την οργανωμένη αντίδραση των συμμαθητών του, υπόμεινε το αργό τσάκισμα του εγωισμού του. Στο τέλος μπόρεσε να παρακολουθήσει γυμνάσιο στο Κλίβελαντ του Οχάιο, όπου άρχισε να διαμορφώνεται η προσωπικότητά του.

Ήταν για τη σχολική εφημερίδα, την Κουκουβάγια του Καμπαναριού, που έγραψε τα πρώτα του ποιήματα. Σ’ όλη τη διάρκεια των γυμνασιακών του χρόνων έγραφε στίχους. Με την αποφοίτησή του ήταν πια δόκιμος ποιητής. Ταξιδεύοντας με το τρένο για να συναντήσει τον πατέρα του στο Μεξικό, έγραψε ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά ποιήματά του, Ο Νέγρος μιλάει για ποτάμια.

The Negro Speaks of Rivers

I’ve known rivers:

I’ve known rivers ancient as the world and older than the flow of human blood in human veins.

My soul has grown deep like the rivers.

I bathed in the Euphrates when dawns were young.

I built my hut near the Congo and it lulled me to sleep. I looked upon the Nile and raised the pyramids above it. I heard the singing of the Mississippi when Abe Lincoln

went down to New Orleans, and I’ve seen its muddy bosom turn all golden in the sunset.

I’ve known rivers:

Ancient, dusky rivers.

My soul has grown deep like the rivers.

__________________________________

Ο νέγρος μιλάει για ποτάμια

Γνωρίζω ποταμούς,

Γνωρίζω ποταμούς αρχαίους σαν τον κόσμο και πιο παλιούς ακόμη και απ΄ τη ροή του ανθρώπινου αίματος στις ανθρώπινες φλέβες.

Η ψυχή μου έχει μεγαλώσει βαθιά σαν τα νερά των ποταμών. Βαπτίστηκα στον Ευφράτη μες σε νεαρά πρωινά

Έφτιαξα την καλύβα μου κοντά στον ποταμό Κονγκό και εκεί αποκοιμήθηκα Στερέωσα το βλέμμα πάνω στον Νείλο και αφιέρωσα στα πόδια του τις πυραμίδες

Άκουσα το κελάρυσμα του Μισισιπή όταν ο Αβραάμ Λίνκολν Κατηφόριζε στην Νέα Ορλεάνη και έχω δει το λασπωμένο στήθος του να χρυσίζει τη δύση.

Γνωρίζω ποταμούς, Αρχαίους, σκοτεινούς.

Η ψυχή μου έχει μεγαλώσει βαθιά σαν τα νερά των ποταμών.

[Απο τη συλλογή «The Weary Blues» 1926, Langston Hughes –απόδοση : Νέλλη Ζαφειριάδου ]

Ξεκίνησε σπουδές στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Μετά ενάμισι χρόνο τα παράτησε – συμπλήρωσε όμως αργότερα τη μόρφωσή του στο Πανεπιστήμιο Λίνκολν – κι άρχισε τα ταξίδια σε αναζήτηση δουλειάς και περιπέτειας. Η φήμη του ως ποιητή καθιερώθηκε, όταν γύρισε ξανά στην Αμερική. Αυτό έγινε και με τη συμπαράσταση του μεγάλου Αμερικανού ποιητή Βέιτσελ Λίντσυ. 

Ο Λάνγκστον Χιουζ αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά ως σημαντικός λογοτέχνης στη δεκαετία του 1920, περίοδος γνωστή ως η «Αναγέννηση του Χάρλεμ», λόγω του μεγάλου αριθμού των αναδυόμενων στην επιφάνεια μαύρων συγγραφέων και καλλιτεχνών. Ο Αμερικανός συγγραφέας Edwin Du Bose Heyward (1885-1940), έγραψε στους New York Herald Tribune, το 1926: «...Ο Λάνγκστον Χιουζ, αν και μόνο είκοσι τεσσάρων χρονών, κατέχει σημαντική και ξεχωριστή θέση στην ομάδα των μαύρων διανοουμένων οι οποίοι προσδίδουν αξιοπρέπεια στο Χάρλεμ με το να δείχνουν πως είναι η πραγματική τέχνη... πάντα με έντονο υποκειμενικό πάθος, εξαιρετικά ευαίσθητη ομορφιά και προικισμένος με ακλόνητη μουσική αίσθηση, ο Λάνγκστον Χιουζ μας δίνει ένα “πρώτο βιβλίο” που σηματοδοτεί την έναρξη μιας καριέρας που αξίζει να παρακολουθήσουμε...». Παρά τη συγκεκριμένη δήλωση του Heyward, μεγάλο μέρος του αρχικού έργου του Λάνγκστον Χιουζ επικρίθηκε σφοδρά από πολλούς μαύρους διανοούμενους, γιατί ισχυρίζονταν ότι απεικόνιζε μόνο την ελκυστική όψη της ζωής τους. Στην πραγματικότητα, ο Χιουζ «επέλεξε να ταυτιστεί με τους απλούς μαύρους ανθρώπους, όχι επειδή απαιτούσε λιγότερη προσπάθεια και επιτήδευση, αλλά ακριβώς επειδή είδε εκεί περισσότερη αλήθεια και βαθύτερη σημασία. Ίσως επηρεάστηκε, αντίθετα από τον πατέρα του, ο οποίος, απογοητευμένος με το να είναι συνεχώς αντικείμενο περιφρόνησης στην πατρίδα του, απέρριψε τους δικούς του ανθρώπους.Ίσως η αντίδραση του ποιητή στη φυγή του πατέρα του από την αμερικανική φυλετική πραγματικότητα, τον οδήγησε να αγκαλιάσει το θέμα με μεγαλύτερη θέρμη και αυτό διαφαίνεται διαχρονικά στο έργο του», υποστήριξε ο Hoyt W. Fuller (1923-1981), εκδότης και συγραφέας .

Η ποίησή του ενδιαφέρεται για τους εργάτες και τραγουδιστές, για όσους κυνηγούν δουλειά στη Lenox Avenue στη Νέα Υόρκη, τη Seventh Street στην Ουάσιγκτον ή τη South State στο Σικάγο, για τους χτεσινούς ανθρώπους και τους αυριανούς, εκείνους που εργάζονται αυτή την εβδομάδα και απολύονται την επόμενη, για όσους δέρνονται και μπλέκουν άσχημα αλλά αποφασίζουν να μην ηττηθούν εξ ολοκλήρου, για όσους αγοράζουν έπιπλα με δόσεις, για όσους γεμίζουν το σπίτι τους με άλλους ενοικιαστές για να πληρώσουν το ενοίκιο, ελπίζοντας να πάρουν καινούργιο κοστούμι για το Πάσχα, και το βάζουν ενέχυρο πριν από την 4η Ιουλίου.

Ο Lindsay Patterson (1934-2009), ένας Αφροαμερικανός μυθιστοριογράφος ο οποίος χρημάτισε για κάποιο διάστημα βοηθός του Χιουζ, πίστευε ότι ο Χιουζ ήταν ο πιο κακοποιημένος ποιητής στην Αμερική. Όπως έλεγε, οι σοβαροί λευκοί κριτικοί τον αγνόησαν, οι λιγότερο σοβαροί τον σύγκριναν με την άτεχνη ποίηση του Cassius Clay, και οι περισσότεροι μαύροι κριτικοί τον θαυμάζουν απρόθυμα. Κάποιοι άλλοι, όπως ο James Baldwin, είδαν εντελώς κακόβουλα το ποιητικό του επίτευγμα.Η τραγωδία του Χιουζ ήταν μάλλον σαν δίκοπο μαχαίρι. Ήταν μαύρος χωρίς να ντρέπεται σε μια εποχή που δεν «ήταν της μόδας» οι μαύροι και τα θέματά τους, αλλά είχε την εξυπνάδα και την ευφυΐα να εξερευνήσει την κατάσταση των μαύρων.

Παρ’ όλα αυτά, ο Lanston Hughes, περισσότερο από κάθε άλλο μαύρο ποιητή , κατέγραψε πιστά τις αποχρώσεις του μαύρου και τις απογοητεύσεις της ζωής του. Όπως και ο μεταγενέστερός Roy De Carava καταγράφει με τις εικόνες του τι σημαίνει να είσαι μαύρος στην Αμερική του 20, του οικονομικού κραχ και μετά τον μεγάλο πόλεμο. Αξιοσημείωτο είναι πως παρά τα διάφορα προβλήματα που είχε τόσο με μαύρους όσο και με λευκούς κριτικούς, ήταν ο πρώτος μαύρος Αμερικανός που κέρδιζε τα προς το ζην αποκλειστικά από το γράψιμό του και τις δημόσιες διαλέξεις που έδινε.

Hughes with students in Atlanta during Negro History Week 1947. Griffith J. Davis. ifocus

Hughes with students in Atlanta during 
Negro History Week, 1947. 
Photo: Griffith J. Davis.

Ο Χιουζ κατέχει τέτοια σημαντική θέση στη μνήμη του λαού του, ακριβώς επειδή ο ίδιος αναγνώρισε ότι οι μαύροι διαθέτουν μέσα τους μεγάλη δεξαμενή σωματικής και πνευματικής δύναμης, και επειδή χρησιμοποίησε την τέχνη του για να αντικατοπτρίσει με τον δικό του τρόπο τη μαύρη κοινότητα . Όπως έκανε ο De Carava με τις δυνατές εικόνες του χρησιμοποίησε την ποίηση και πεζογραφία του για να τονίσει ότι δεν υπάρχει καμία έλλειψη ομορφιάς, δύναμης και εξουσίας ανάμεσα στους μαύρους, και επέλεξε να το κάνει στο δικό τους επίπεδο, με τους δικούς τους όρους!

Γνώριζε καλά το καθεστώς της φυλής του, ότι ο αγώνας είναι δύσκολος, και δεν προσφέρει καμία λύση ή τεχνητό βάλσαμο. Ο αγώνας, υπαινίσσεται, είναι εδώ και μπορεί να κερδηθεί μόνο εδώ, και δεν υπάρχει χώρος για φαντασιώσεις, αυταπάτες και ψεύτικες προσπάθειες στη συγκάλυψη κάποιου βασικού αισθήματος ανεπάρκειας των μαύρων. Επίσης, ότι η δύναμη, η επιμονή, η δέσμευση που είναι απαραίτητα στοιχεία και παράμετροι για να κερδηθεί ο πολυπόθητος αγώνας, υπάρχουν και μέσα στη μαύρη κοινότητα. Σε αντίθεση με τους νεότερους και πιο μαχητικούς συγγραφείς και ακτιβιστές όπως ο Malcom X. Ο Χιουζ ήταν βαθειά οικουμενιστής και ήλπιζε αταλάντευτα σε έναν κόσμο στον οποίο όλοι οι άνθρωποι θα μπορούσαν να ζήσουν μαζί με σωφροσύνη και κατανόηση,ανεξαρτήτως φυλής πράγμα που οδήγησε στην πτώση της δημοτικότητάς του στα ταραχώδη τελευταία χρόνια της ζωής του. Έφυγε από τη ζωή στις 22 Μαίου στη Νέα Υόρκη το 1967 αφήνοντας μια τεράστια παρακαταθήκη από έργα: : ΅Τα Βαριεστημένα Μπλουζ (1926), τα Όμορφα Ρούχα για τον Εβραίο (1927), ο Αξιαγάπητος θάνατος (1931), Ο Φύλακας του Ονείρου (1932), Ένα καινούργιο τραγούδι (1938), Ο Σαίξπηρ στο Χάρλεμ (1942), Αγροί θαυμάτων (1947)και Εισιτήριο μιας διαδρομής (1949). Η ποιητική συλλογή του “Ο Πάνθηρας και το Μαστίγιο” (1967) εκδόθηκε μετά το θάνατό του.

Silence

I catch the pattern 
Of your silence
Before you speak

I do not need
To hear a word.

In your silence
Every tone I seek
Is heard.  [ φωτο DeCarava]

O Roy De Carava και η αισθητική του Harlem

Harlem του Lanston Hughes

What happens to a dream deferred?

     Does it dry up

      like a raisin in the sun?

      Or fester like a sore—

      And then run?

      Does it stink like rotten meat?

      Or crust and sugar over—

      like a syrupy sweet?

     Maybe it just sags like a heavy load.

      Or does it explode?

  Στον απόηχο του ποιήματος του Lanston Hughes Harlem ο Ivor Miller,σε μια εκ βαθέων συνέντευξη που πήρε στον Roy De Carava το 1988 τον ρωτά τι είναι αυτή η μαύρη αισθητική και αν όντως είναι αληθινή. Αυτός απάντησε: «υπάρχει όντως μια μαύρη αισθητική- απορρέει από μια πολιτισμική ιστορία. Οι μαύροι έφεραν μαζί τους μέρος από την ιστορία τους και τις φιλοσοφικές τους ιδέες . Στην Αφρική υπήρχε πάντα μια έμφαση στο πνευματικό, το μυθικό. Η τέχνη ήταν πάντα έκφραση επικοινωνίας με τους θεούς, ένα μέρος της καθημερινής ζωής. Νομίζω πως οι Αφρικανοί έφεραν κάποιες από αυτές τις ιδέες και τις μνήμες μαζί τους και τις μετέφεραν στους επόμενους. Αυτό δημιουργεί μια διαφορετική στάση απέναντι στη ζωή από αυτήν ενός Ευρωπαίου. Η μαύρη αισθητική είναι επικοινωνία. Είναι μαζί μια διαισθητική αίσθηση και μια συνειδητή επιλογή. Ένα ζήτημα του να είσαι κατανοητός και του να ακουστείς. Ακόμη κι αν ήταν να πεις ‘ είμαι πληγωμένος, πονάω, το μισώ αυτό’. ή ‘σε μισώ’. Είναι ακόμη μια φόρμα αφήγησης κα περιεχομένου Σήμερα, επικρατεί η τάση η τέχνη να είναι υπεύθυνη ως προς τη μέθοδο , να είσαι αποστασιοποιημένος και αντικειμενικός, να χρησιμοποιείς τη φόρμα αυτή καθαυτή ως το μήνυμα. Η αίσθησή μου είναι πως ο μαύρος καλλιτέχνης βλέπει τον ίδιο κόσμο με διαφορετικό τρόπο από έναν Ευρω-αμερικάνο καλλιτέχνη. Έχει μια διαφορετική agenda, αυτή έχει να κάνει με την επιβίωση ως Αμερικανός. Είναι ελευθερία, είναι μια ουμανιστική τέχνη που υπηρετεί τις ανάγκες των ανθρώπων. Ο λευκός καλλιτέχνης επιδιώκει μια τέχνη που εστιάζει περισσότερο σε ζητήματα φόρμας, τονικότητας, σχήματος. Αφορά μόνο την ίδια την τέχνη. Ο μαύρος καλλιτέχνης δυσκολεύεται με αυτό καθώς αυτά τα ιδανικά δεν είναι τόσο σημαντικά για αυτόν. Αγωνίζεται να μείνει ζωντανός, με το αίσθημα της αποξένωσης σε μια κοινωνία που μετά βίας τον ανέχεται. Είναι δύσκολο να σκέφτεται μόνο με όρους φόρμας, περισσότερο σκέφτεται με ενσωματωμένους όρους ιδεών για την ανθρωπότητα, για την επικοινωνία με τους άλλους. Ενδιαφέρεται για την κοινωνική δικαιοσύνη. Για τη δική τους επιβίωση θεωρώ πως οι μαύροι καλλιτέχνες έχουν μεγάλη πίστη στην επικοινωνία.»

 roydecarava ifocus

Man Coming Up Subway Stairs, gelatin silver print by Roy DeCarava, 1952

Γεννημένος στο Harlem της Νέας Υόρκης το 1919, ο Roy de Carava ήταν γιός μιας Τζαμαικανής, της Elfreda Ferguson που είχε έρθει μόνη της στα 17 της στη Ν. Υόρκη και ενός πατέρα που ποτέ δε γνώρισε. Η μητέρα του τον ενθάρρυνε να ασχοληθεί με τη μουσική και τις τέχνες, έκανε μαθήματα βιολιού και σαξόφωνου. Η ίδια είχε μια μηχανή Box Brownie με την οποία φωτογράφιζε φίλους και γείτονες. Μικρός ο Ρόυ γυάλιζε παπούτσια και μοίραζε σακούλες πάγου για να βοηθήσει οικονομικά τη μητέρα του. Στο γυμνάσιο στο Textile high school στο Μidtown Manhattan, ήταν ένας από τους δύο μαύρους μαθητές και ήρθε σε επαφή με την ιστορία της τέχνης. Το 1938 κέρδισε μια θέση στην Σχολή Καλών Τεχνών του Cooper Union, όμως δυο χρόνια αργότερα το σκληρό κύμα του ρατσισμού τον ανάγκασε να γυρίσει στο Harlem Community Art Centre. Εκεί έρχεται σε επαφή με τον Langston Hughes.

Κερδίζοντας τη ζωή του ως εικονογράφος έβγαζε ερασιτεχνικά φωτογραφίες από τον υπόγειο και στο δρόμο, επηρεασμένος από τον Henri Cartier-Bresson. Το 1950 στην πρώτη του φωτογραφική έκθεση συναντά τον φωτογράφο Edward Steichen, τότε διευθυντή στο φωτογραφικό τμήμα του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Ν. Υόρκης . Ο Steichen έφερε τρείς από τις φωτογραφίες του De Carava για το μουσείο συμπεριλαμβάνοντάς τον σε ομαδικές εκθέσεις και υποστηρίζοντας την αίτηση του για την υποτροφία Guggenheim fellowship το 1952. Ηταν ο πρώτος Αφροαμερικανός φωτογράφος που την κέρδισε.

Πολλές από αυτές τις φωτογραφίες που του χάρισαν την υποτροφία συμπεριλήφθηκαν στο βιβλίο του The Sweet Flypaper of Life ‘ η γλυκειά μυγοπαγίδα της ζωής’ (1955), με συνοδευτικό κείμενο του ποιητή Langston Hughes. Το 1955 άνοιξε δικό του στούντιο/ γκαλλερί στο διαμέρισμά του στο Upper West Side, το δεύτερο στο είδος του στην πόλη εκθέτοντας τα έργα των Harry Callahan, Berenice Abbott, Jay Maisel και άλλων . Το εγχείρημα έληξε το 1957 και ένα χρόνο μετά αφιερώθηκε αποκλειστικά στη φωτογραφία απασχολούμενος για βιοπορισμό σε διάφορα περιοδικά όπως το Newsweek και το Fortune Good Housekeeping. Φωτογραφίζει τη γειτονιά του, τους μαύρους Αμερικάνους στην καθημερινότητά τους, αποφεύγοντας καταγγελίες και πολιτικές αναφορές, τη ζωή στο , τους Harlem μουσικούς της τζαζ και σημαντικές προσωπικότητες της μαύρης κοινότητας όπως ο Malcolm X.

Η δεκαετία του '60 τον βρίσκει να παρακολουθεί τις αντιρατσιστικές και εργατικές διαδηλώσεις, ενώ απο τη δεκαετία του '70 διδάσκει φωτογραφία σε πανεπιστημιακά ιδρύματα . Οι πολλές εκθέσεις του και τα βιβλία του , με αφορμή τη ζωή των μαύρων στο Harlem -κυρίως όμως η αυστηρή «μονογραφία» του- τον καθιέρωσαν σαν έναν από τους σημαντικότερους φωτογράφους. O DeCarava σε μια φορτισμένη περιοχή, όπως το Harlem, αποφεύγει με μαεστρία την παγίδα της δυστυχίας και της τραγικότητας, δημιουργώντας φαινομενικά ουδέτερες εικόνες, από τις οποίες αναδύεται όμως, μία απίστευτη ένταση.

roy decarava dancers legs photographs silver print ifocus

Dancers, 1956 

Οι σπουδές του στη ζωγραφική τον βοήθησαν να χρησιμοποιήσει επιδέξια το φυσικό φως στις φωτογραφίες του. Η χρήση του φυσικού φωτός γίνεται εμμονή που τον υποχρεώνει πολλές φορές να τυπώνει και να ξανατυπώνει τις φωτογραφίες του - έως και ένα χρόνο - για να πετύχει αυτό που ψάχνει. Αν και το σκοτάδι ήταν ένα επιφανειακό/ τεχνητό χαρακτηριστικό στις εικόνες του De Carava το φως ήταν το εργαλείο του. " Η διαφορά ανάμεσα σε μένα και τους άλλους φωτογράφους ΄είπε σε μια συνέντευξή του το 1987 στον Val Wilmer " είναι ότι αρνούμαι να δεχτώ το σκοτάδι ως περιορισμό ." Η θλίψη και η πάλη διαφαίνονται στις φωτογραφίες του όμως αυτά συνυπάρχουν με τη ζεστασιά, την ευγένεια, το γέλιο, τη φυσικότητα, το τελευταίο ιδιαίτερα στις εντυπωσιακές εικόνες του των χορευτών. 

roydecarava couple ifocus

Couple Dancing, New York, 1956

« Όταν άρχισα να βγάζω φωτογραφίες» είπε σε μια ραδιοφωνική συνέντευξή του το 1996 « δεν υπήρχαν εικόνες μαύρων αξιοπρέπειας, ούτε εικόνες από όμορφους μαύρους ανθρώπους. Υπήρχε αυτή η μεγάλη τρύπα. Προσπάθησα να τη γεμίσω.»Το εντυπωσιακό του πορτρέτο μιας μαύρης νεαρής γυναίκας στην Πορεία στην Ουάσιγκτον το 1963[ φωτο] ήταν ανάμεσα σε πολυάριθμες εικόνες βγαλμένες σε γεγονότα συνδεδεμένα με τον αγώνα για τα ατομικά δικαιώματα των μαύρων.

Χαρακτηριστικό του όπως και στον Λάγκστον Χιουζ, ήταν το ασυμβίβαστο πνεύμα του που συχνά τον έφερνε σε σύγκρουση με άλλους όπως με την Αμερικανική Εταιρεία Φωτογράφων Περιοδικών ώστε να τερματιστεί η διάκριση ενάντια στους μαύρους φωτογράφους και με το Life Magazine για να προσλάβουν περισσότερους μαύρους φωτογράφους. Η δημόσια άρνηση του DeCarava να συνεισφέρει στην έκθεση Harlem on My Mind κορυφώθηκε στο Metropolitan Museum of Art το 1969 με τους προλόγους του στις διαμαρτυρίες ενάντια στην έκθεση. Πίστευε πως αυτή αντιπροσώπευε την άποψη των λευκών επιμελητών οι οποίοι ‘ δεν έχουν ιδιαίτερη αγάπη ή κατανόηση για το Harlem, τους μαύρους ή την ιστορία τους. Απο το 1978 δίδασκε φωτογραφία στο Hunter College της Ν. Υόρκης και το 1996 το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της πόλης του αφιέρωσε μια αναδρομική έκθεση για το συνολικό του έργου.

Ο Roy De Carava, ο φωτογράφος των απλών μαύρων κατοίκων του Harlem και των μουσικών της τζαζ έφυγε από τη ζωή στο Brooklyn της Ν. Υόρκης στις 27 Οκτωβρίου 2009. Κύριο μέλημά του ήταν να προσδώσει καλλιτεχνική αξία στη φωτογραφία. Ο ίδιος ήταν χαμηλών τόνων: άλλοτε διάσημος και άλλοτε ξεχασμένος, συνέχιζε να φωτογραφίζει με ζήλο και να δουλεύει σκληρά έως το θάνατό του.

« Η εξωτερική ελευθερία... είναι υπηρέτης της εσωτερικής μας ελευθερίας»

συνήθιζε να λέει.

Ή με τους στίχους του Langston Hughes

Βιβλιογραφικές πηγές

Arnold Rampersad, The Oxford Companion to African American Literature. Copyright © 1997 by Oxford University Press.

 Miller, I. (1990). "If It Hasn't Been One of Color": An Interview With Roy DeCarava. Callaloo, 13(4), 847-857. doi:10.2307/2931378

Selected Poems of Langston Hughes, Random House Inc., 1990

Ντίνος Χριστιανόπουλος.  Εντευκτήριο · Μεταφράσεις ποιημάτων. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1966

https://www.britannica.com/biography/Roy-DeCarava

https://www.theguardian.com/artanddesign/2009/nov/01/roy-decarava-obituary

http://www.efsyn.gr/arthro/apotimontas-ergo-toy-langkston-hioyz

https://www.poets.org/poetsorg/poet/langston-hughes

https://antonispetrides.wordpress.com/2015/10/08/hughes-petrides/

http://fractalart.gr/langston-hughes/

https://antonispetrides.wordpress.com/2015/10/08/hughes-petrides/

http://www.24grammata.com/

______________________________________

 Λίγα λόγια για τη Νέλλη Ζαφειριάδου

Η Νέλλη Ζαφειριάδου είναι Σχολική Σύμβουλος Αγγλικής Γλώσσας στην Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης ΑΜΘ. Σπούδασε σε πτυχιακό, μεταπτυχιακό και διδακτορικό επίπεδο Αγγλική Γλώσσα και Λογοτεχνία, Γλωσσολογία, (Δια)πολιτισμικές Σπουδές και Κοινωνική Ψυχολογία σε ΑΠΘ, στο Πανεπιστήμιο East Anglia, του Exeter και του ΔΠΘ.. Εστιάζει στη συνύπαρξη γλώσσας, λογοτεχνίας και τέχνης για μια παιδαγωγική της πολιτισμικής (εν)συναίσθησης όπως και σε ζητήματα ιδεολογίας σε περιβάλλοντα με γλωσσική –πολιτισμική ετερότητα. Είναι ερασιτέχνης φωτογράφος και μέλος της Φωτογραφικής Ομάδας Κομοτηνής

Email:  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Website: http://users.sch.gr/nelzafeir/beyond/

Facebook https://el-gr.facebook.com/nellyzafeir

Flickr https://www.flickr.com/photos/nelly_zafeiriades/

Instagram https://www.instagram.com/nelly_zafeiriades/ (@nelly_zafeiriades)

Masters of Photography: Humberto Rivas

Κείμενο Χρήστος Κοψαχείλης

Πρόσφατα Άρθρα

News (28 Μαρ 2024)

Το Ελληνικό Κέντρο Φωτογραφίας απευθύνει ανοιχτό κάλεσμα σε νέους φωτογράφους και καλλιτέχνες που χρησιμοποιούν το φωτογραφικό μέσο να υποβάλουν αίτηση για συμμετοχή στο πρόγραμμα Νέοι Έλληνες...

News (27 Μαρ 2024)

Ο Φωτογραφικός Όμιλος Καβάλας και η @L.LOVES ART BOOKS παρουσιάζουν το Σάββατο 30 Μαρτίου και ώρα 19:30 στο Χαλήλ Μπέη Τζαμί στην Καβάλα την φωτογραφική εργασία του Αλέξανδρου Ζαφειρίδη με τίτλο So...

News (20 Μαρ 2024)

Ο IANOS, για έβδομη συνεχή χρονιά, διοργανώνει Διαγωνισμό Διηγήματος και Φωτογραφίας με θέμα, αυτή τη φορά, το «Παρά θίν’ αλός». Η ομηρική έκφραση παρά θίν’ αλός(Ιλιάδα, Α’, 326), σημαίνει στην...

News (20 Μαρ 2024)

Η Nikon, σε συνεργασία με τα The Comedy Wildlife Awards, είναι στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσει ότι ο παγκοσμίου φήμης διαγωνισμός είναι πλέον ανοικτός για τις συμμετοχές του 2024. Τα The...

News (20 Μαρ 2024)

Την Πέμπτη 21 Μαρτίου 2024, στις 19:00 θα πραγματοποιηθεί παρουσίαση του έργου τριών φωτογράφων του Φωτογραφικού Κύκλου στα πλαίσια των καθιερωμένων "Συναντήσεων της Πέμπτης" του σωματείου.Η...

Εκθέσεις Φωτογραφίας (20 Μαρ 2024)

Ομαδική έκθεση φωτογραφίας με θέμα "Ο Τόπος Μου" η οποία συνδιοργανώνεται από τρεις φωτογραφικές ομάδες: την "F22" της Πτολεμαΐδας (σε επιμέλεια του Σάκη Δαζάνη), την "Αντίθεση" της Βέροιας και την...

News (19 Μαρ 2024)

Στο πλαίσιο των εβδομαδιαίων συναντήσεων, η Φωτογραφική Ομάδα fplus, σε συνεργασία με την Αντιδημαρχία Πολιτισμού Δήμου Λαρισαίων, φιλοξενεί την Τρίτη 19 Μαρτίου 2024, και ώρα 19:30, στο Μύλο του...

Εκθέσεις Φωτογραφίας (15 Μαρ 2024)

Η Γκαλερί INTERZONE στην πόλη της Ρώμης φιλοξενεί την από κοινού έκθεση των Δάφνη Κοτσιάνη και Ηλία Γεωργιάδη με τίτλο "Density". Οι δύο Έλληνες εικαστικοί φωτογράφοι ως δίδυμο παρουσιάζουν τα έργα...

Εκθέσεις Φωτογραφίας (15 Μαρ 2024)

Η Fujifilm Hellas με υπερηφάνεια παρουσιάζει μέρος του φωτογραφικού έργου της ελληνικής κοινότητας των Official Fujifilm X-Photographers, που εγκαινιάζεται στο foyer του 2ου ορόφου και...

Εκθέσεις Φωτογραφίας (04 Μαρ 2024)

Το Photometria Photography Center έχει τη χαρά να σας παρουσιάσει τη 2η του έκθεση με δημόσιο κάλεσμα σε δημιουργούς! Η εκθεση "Εκείνη" αποτελεί μία αναδρομή στην αρχέγονη και σύγχρονη...

Cinema (27 Φεβ 2024)

 Η Ελληνοαμερικανική Ένωση συνεχίζει τη νέα κινηματογραφική της δράση “HAU Movie Club” και με αφορμή τον Μήνα Αφροαμερικανικής Παράδοσης προβάλλει την οσκαρική κλασική αμερικανική...

Εκθέσεις Φωτογραφίας (26 Φεβ 2024)

Ετοιμαστείτε για ένα φωτεινό ταξίδι στον κόσμο της φωτογραφίας! Η Photoglobe, η σχολή φωτογραφίας που αναδεικνύει τα ταλέντα της Θεσσαλονίκης, σας προσκαλεί σε μια έκθεση φωτογραφίας με τίτλο...