“Δύο χέρια χτυπάνε παλαμάκια και κάνουν έναν ήχο. Ποιος είναι ο ήχος του ενός χεριού;”
Μην επιχειρήσετε να δώσετε μία λογική απάντηση στην προηγούμενη ερώτηση.
Μία σειρά τέτοιων παράδοξων γρίφων,τα κοάν, χρησιμοποιούνται από τους Ιάπωνες δασκάλους του Ζεν, με σκοπό την αφύπνιση των ασκούμενων μαθητών τους. Κάθε προσπάθεια φιλοσοφικής, θεολογικής, λογικής απόκρισης από πλευράς του μαθητή απορρίπτεται από τον δάσκαλο.
Το ζητούμενο είναι μία άμεση, βιωματική και πολλές φορές μη λεκτική απάντηση σε αντιστοιχία με την επίδραση του κοάν στο βαθύτερο είναι του ασκούμενου και όχι μόνο στο λογικό νου του.
Να τονίσω εδώ ότι ο δάσκαλος δεν πηγαίνει για φαγητό και παραγγέλνει με παραδοξότητες στον εστιάτορα. Το κοάν απευθύνεται σε ανθρώπους που γνωρίζουν τουλάχιστον τα βασικά του Ζεν και επιπλέον παίρνουν πολύ στα σοβαρά τη διαδικασία και το ερώτημα.
Η φωτογραφία είναι το αντίστοιχο του κοάν, ένας οπτικός γρίφος.
Η απαθανάτιση ενός γεγονότος που έχει περάσει, η απόσπασή του από το χώρο και το χρόνο είναι από μόνη της αινιγματική. Αυτό ισχύει για κάθε φωτογραφία, από την αναμνηστική φωτογραφία του Δημοτικού, που ψάχνουμε να αναγνωρίσουμε έναν εαυτό μας που πια δεν υπάρχει, μέχρι τη διαφημιστική φωτογραφία ενός ζευγαριού παπουτσιών- τα εικονιζόμενα δεν υπάρχουν πλέον. Βέβαια, ο αναμνηστικός φωτογράφος και ο διαφημιστής, δεν έχουν σκοπό ούτε να θέσουν, ούτε να απαντήσουν σε κανένα ερώτημα.
Ο καλλιτέχνης όμως με τη φωτογραφία του, αντιδρά στο κοάν της πραγματικότητας, στα μικρά και μεγάλα ερωτήματα. Και όχι μόνο αυτό. Με τη φωτογραφία θέτει με τη σειρά του έναν οπτικό γρίφο στο θεατή που αν θελήσει να τον λύσει, πρέπει να το κάνει και με μυαλό και με καρδιά.Πρέπει να επιτρέψει στον εαυτό του να καταλάβει χωρίς να καταλαβαίνει.
Και γιατί κοάν η φωτογραφία;
Γιατί μία σκούπα ακουμπισμένη στον τοίχο γίνεται ιερό αντικείμενο, γιατί ένα ποτήρι μπροστά από μία γυναίκα γίνεται σημαντικότερο από αυτήν, μία μαύρη περιοχή στο κάδρο, χωρίς πληροφορίες, παίζει σημαντικότερο ρόλο από όσα εικονίζονται, γιατί ο κόσμος γέρνει, για όλα αυτά που αποφασίζει αυθαίρετα ο φωτογράφος να περιλάβει στη φωτογραφία και ακόμα περισσότερο για όσα αποκλείει. Και το μεγαλύτερο παράδοξο;
Ότι ενώ όλα είναι μπροστά σου, μέσα στις τέσσερις γωνίες, η καλή φωτογραφία σου κλείνει το μάτι γελώντας, και σε κάνει να αισθανθείς ότι κάτι άλλο είναι το σημαντικό, μέσω του συγκεκριμένου σε οδηγεί πέρα από αυτό.
Και η πραγματικότητα, γιατί κοάν;
Μακάριοι όσοι αναρωτιούνται για αυτό και εύχομαι να μείνουν έτσι όσο γίνεται περισσότερο.
Ο θεατής πάλι, όπως ο βουδιστής μοναχός, χρειάζεται να γνωρίζει τα βασικά της φωτογραφικής γλώσσας και να έχει ειλικρινές ενδιαφέρον για αυτό που του παρουσιάζεται - η αιφνίδια φώτιση δεν αποκλείεται, αλλά είναι μάλλον σπάνια.
Κοάν εδώ, κοάν εκεί, κοάν και παραπέρα.
Ας ακούσουμε κι ένα τραγουδάκι…